Αφιερωμενο στη μνημη του Καθηγητη Ευρωπ. Δικαιου Δρ Χρηστου Κολλοκα που υπηρξε πηγη θετικης επιρροης

Από τον Σεπτέμβριο 2014 ο συντάκτης μετοικεί στη Μ. Βρετανία αρχικά ως υπότροφος ερευνητής του University of Hull και εν συνεχεία ως τακτικός καθηγητής σε Βρετανικα Πανεπιστήμια.
Το παρόν blog ΔΕΝ ανανεώνεται αλλά παραμένει ενεργό για χάρη των φίλων σπουδαστών του ΕΑΠ που μπορεί να βοηθηθούν από τις δημοσιευμένες εργασίες και τις βιβλιογραφικές πηγές στην εκπόνηση των δικών τους εργασιών.


ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Σάββατο 30 Οκτωβρίου 2010

ΕΠΟ11 (Ευρωπαϊκή Οικονομική Ιστορία) - 11/2009


ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2009

ΘΕΜΑ
«Σύμφωνα με τον γάλλο ιστορικό Ζακ Λε Γκοφ:
‘Η οικονομία της μεσαιωνικής Δύσης αποσκοπεί στη συντήρηση των ανθρώπων. Δεν πηγαίνει παραπέρα. Και όταν φαίνεται να ξεπερνά την ικανοποίηση της αυστηρής αυτής ανάγκης, τούτο οφείλεται στο γεγονός ότι η συντήρηση είναι βέβαια κοινωνικο-οικονομικός και όχι απολύτως υλικός όρος. Στις μάζες αρκεί η συντήρηση με τη στενή έννοια του όρου, δηλαδή ό,τι είναι αναγκαίο για τη ζωή. (…) Για τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα, η συντήρηση περιλαμβάνει ικανοποίηση μεγαλύτερων αναγκών, πρέπει να τους επιτρέπει να διατηρούν την κοινωνική τους θέση, να μην εκπίπτουν’. (Jacques Le Goff, Ο Πολιτισμός της Μεσαιωνικής Δύσης, Θεσσαλονίκη, Εκδόσεις Βάνιας, 1993, σελ. 309)
Κατά πόσο η άποψη του Λε Γκοφ για την έννοια της ‘συντήρησης των ανθρώπων’ στην ιστορία, όπως εκφράζεται στο παραπάνω απόσπασμα, εντάσσεται στις γενικότερες κατευθύνσεις του ιστοριογραφικού ρεύματος το οποίο εκπροσωπεί;
Σχολιάστε ειδικότερα τη θέση που διατυπώνει για τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα της μεσαιωνικής υπαίθρου. Εστιάστε στα θεμέλια της οικονομικής και κοινωνικής ισχύος των στρωμάτων αυτών και στους τρόπους με τους οποίους διατήρησαν την ισχύ τους στη διάρκεια του μεσαίωνα»

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
◦ Εισαγωγή
◦ Ο Jacques Le Goff ως εκπρόσωπος των Annales - Οι γενικές κατευθύνσεις του ρεύματος
◦ Η ποιοτική κοινωνικο-οικονομική διάσταση της έννοιας της ‘συντήρησης’
◦ Η κοινωνική διαστρωμάτωση της μεσαιωνικής υπαίθρου: Σχέσεις υποτέλειας & επιβολής
            - Πρώιμος Μεσαίωνας
            - Φεουδαρχικός Μεσαίωνας
◦ Επίλογος - Συμπεράσματα
◦ Βιβλιογραφία

Εισαγωγή
Το θέμα πραγματεύεται την διατύπωση της έννοιας της ‘συντήρησης’ των μεσαιωνικών ανθρώπων, σύμφωνα με τον εκπρόσωπο του ρεύματος της Γαλλικής Σχολής των Annales, Jacques Le Goff. Συγκεκριμένα, αναφέρεται στη διαφοροποίηση αυτής της έννοιας μεταξύ των ανώτερων και κατώτερων κοινωνικών διαστρωματώσεων της μεσαιωνικής υπαίθρου.
Αρχικά, θα εξεταστεί κατά πόσο η θέση του Le Goff περί της έννοιας της συντήρησης είναι σε αντιστοιχία με τις αρχές του ρεύματος των Annales. Προκειμένου να καταδειχτεί αυτή η σχέση, θα προηγηθεί σύντομη αναφορά στα βασικά χαρακτηριστικά του ρεύματος. Ακολούθως, θα εξεταστεί κατά πόσο η ‘συντήρηση’ αποτελεί για τον Le Goff πρωτίστως έναν κοινωνικό-οικονομικό παρά ένα υλικό-αριθμητικό όρο.
Εξειδικεύοντας τον σχολιασμό της θέσης του Le Goff, θα γίνει καταγραφή των βασικών χαρακτηριστικών των κοινωνικών διαστρωματώσεων στον πρώιμο και στον φεουδαρχικό μεσαίωνα. Θα επιχειρηθεί ο εντοπισμός των θεμελίων επί των οποίων στηρίζεται η ισχύς των ανώτερων στρωμάτων, καθώς και οι ενέργειες μέσα από τις οποίες η ισχύς αυτή εδραιώνεται αποτελώντας κοινωνική πραγματικότητα. Μέσα από τον συσχετισμό αυτό, θα καταδειχτεί το εύρος της ισχύος του ισχυρισμού του Le Goff και θα διατυπωθούν κατάλληλα συμπεράσματα για την έννοια του όρου ‘συντήρηση’.

Ο JACQUES LE GOFF ως εκπρόσωπος των ANNALES – Οι γενικές κατευθύνσεις του ρεύματος
Η απαρχή του ρεύματος των Annales σηματοδοτείται με την έκδοση του ομώνυμου γαλλικού περιοδικού το 1929 από τους ιστορικούς Bloch και Febvre, ως μια προσπάθεια μελέτης και ανάλυσης της τότε παγκόσμιας οικονομικής κρίσης. Με άξονα το περιοδικό, σχηματοποιήθηκε άτυπα μια ομάδα ιστορικών που ακολουθώντας την παράδοση της γαλλικής ιστοριογραφίας, διατήρησαν ζωντανούς τους δεσμούς μεταξύ ιστορίας, γεωγραφίας, οικονομίας και ανθρωπολογίας. (Μανδυλαρά, 2008, σ. 17 & 22 και Iggers, 2005, σ. 75).
Το ρεύμα Annales διακρίνεται χρονολογικά σε τέσσερις φάσεις, τέσσερις γενιές ιστορικών, που δεν διατηρούν σταθερή και ενιαία οπτική, μεθόδους ή κώδικες, παραμένοντας ανοιχτοί στις ερευνητικές προσεγγίσεις. Ο Le Goff συγκαταλέγεται στους ιστορικούς της τρίτης γενιάς που σηματοδότησαν το πέρασμα από την Ποσοτική-Σειραϊκή Ιστορία του ‘60-’70, μια ‘ιστορία χωρίς ανθρώπους’ με δημογραφικές μελέτες, στατιστικές αναλύσεις και έμφαση στην υλική όψη της καθημερινότητας, προς μια ‘ιστορία των νοοτροπιών και των συνειδήσεων’ που δίνει έμφαση στη συμπεριφορά των ανθρώπων. (Μανδυλαρά, 2008, σ. 23-25 & 30 και Iggers, 2005, σ. 82 & 84-85)
Ο Le Goff άσκησε κριτική στην ιστορική ανάλυση επαναλαμβανόμενων ομοειδών φαινομένων, ως τάση επικίνδυνη για την περιχάραξη της ιστορίας σε ότι μπορεί να μετρηθεί μαθηματικά. Ειδικότερα δε επειδή θεωρούσε πως ποιοτικοί παράγοντες όπως τα ήθη, η ανθρώπινη σκέψη και συμπεριφορά αποτελούν ρυθμιστές της οικονομικής δραστηριότητας που πρέπει να ληφθούν υπόψη. (Μανδυλαρά, 2008, σ. 31-32)

Η ποιοτική κοινωνικο-οικονομική διάσταση της έννοιας της ‘συντήρησης’
Οι Annales υιοθέτησαν την ερμηνεία του Durkheim, που θεωρεί την συλλογική συνείδηση και τις νοοτροπίες ως κεντρικό αντικείμενο μελέτης και τα έθιμα, τη θρησκεία και τους κανόνες συμπεριφοράς ως βασικά συστατικά τους. Οντότητες και δομές όπως το κράτος, η θρησκεία, οι νόμοι, κλπ. δεν νοούνται αυτόνομα, αλλά συνδυαστικά στα πλαίσια μιας συνολικής κουλτούρας που εκφράζει τον τρόπο που διαβιεί το σύνολο ενός πληθυσμού. Υπό αυτή την έννοια, δόθηκε από τους Annales σημασία στους δεσμούς που συσχέτιζαν τις πολιτικές και οικονομικές δομές μιας μεσαιωνικής περιοχής, με τα μοντέλα σκέψης και συμπεριφοράς των κατοίκων της. (Iggers, 2005, σ. 73-75)
Στα περισσότερα έργα των Annales, γίνονται ανθρωπολογικές προσεγγίσεις μέσα από ένα πλέγμα απρόσωπων θεσμών, στα πλαίσια μιας συλλογικής νοοτροπίας. Έτσι αποκτά μείζονα σημασία η επίδραση που έχουν οι προτιμήσεις, οι ιδέες, οι συμπεριφορές και τα γούστα των ανθρώπων του μεσαίωνα για ζητήματα της καθημερινότητας όπως η τροφή, ο ρουχισμός, η κατοικία, όχι όμως ως υλικά δεδομένα αλλά ως έκφραση κουλτούρας. Η μεσαιωνική κοινωνία αποτελεί για τους Annales μια κατ’ εξοχήν ‘κοινωνία των συνειδήσεων’, όπου νοοτροπίες και αντιλήψεις διαμορφώνουν το κοινωνικό σύστημα. Σε αυτό το πλαίσιο, με την μελέτη της λαϊκής συμπεριφοράς του μεσαίωνα, ο Le Goff καθιερώνει στο έργο του την ιστορία των νοοτροπιών. (Iggers, 2005, σ. 79 & 82-85)
Παρόλο που οι Annales δεν αμφισβητούν την υλική βάση της κουλτούρας, η κατά Le Goff έννοια της ‘συντήρησης’ απεκδύεται τον υλικό της χαρακτήρα και προσλαμβάνει στην ανθρωπολογική της εκδοχή, μια ποιοτική διάσταση. Για τα ανώτερα στρώματα της μεσαιωνικής κοινωνίας, η ‘συντήρηση’ αποκτά χαρακτήρα σημειολογικό και καθορίζεται από τις παγιωμένες αντιλήψεις και τη συλλογική συμπεριφορά, που οι αριστοκράτες επιδεικνύουν στα πλαίσια μιας κατεστημένης συλλογικής νοοτροπίας. Το νόημα αυτό είναι πέρα και πάνω από το τυπικό υλιστικό πλαίσιο, με το οποίο οι δούλοι και οι απλοί χωρικοί νοούν την επιβίωσή τους. (Iggers, 2005, σ. 83 & 86)

Η κοινωνική διαστρωμάτωση της μεσαιωνικής υπαίθρου : Σχέσεις υποτέλειας & επιβολής

Πρώιμος Μεσαίωνας
Ο πρώιμος μεσαίωνας έχει ως βασικό χαρακτηριστικό τον αγώνα του ανθρώπου για επιβίωση. Το φυσικό στοιχείο (έδαφος και κλιματικές διακυμάνσεις) και η έλλειψη εργαλείων, καθορίζουν την ανθρώπινη δραστηριότητα, με άμεσο αντίκτυπο στην καλλιεργητική διαδικασία. Θεμέλιο της ισχύος και της κοινωνικής διαφοροποίησης δεν αποτελεί η κατοχή γης που έτσι κι αλλιώς βρισκόταν σε αφθονία, αλλά η επιβολή των δυνατών επί των αδυνάτων. Η ανεπάρκεια εκτάσεων και μεθόδων καλλιέργειας, οι κρίσεις σιτοδείας, ο υποσιτισμός και η αύξηση της θνησιμότητας, καθιστούν μόνιμη την αδυναμία κάλυψης των αναγκών αυτοσυντήρησης για τις μάζες. Έτσι, μέσα από τον πλήρη εξαγροτισμό της κοινωνίας, οι μάζες μετατρέπονται σταδιακά σε αγροτικούς σκλάβους. (Γαγανάκης, 1999, σ. 21-23)
Η δουλεία αποτέλεσε αυτή την περίοδο βασικό πυλώνα στήριξης της άρχουσας τάξης, που φρόντιζε να την συντηρεί μέσα από τοπικούς πολέμους. Ο τριμερής κοινωνικός διαχωρισμός σε σκλάβους, ελεύθερους χωρικούς και αφέντες διέπει το σύνολο της οικονομικής δραστηριότητας. Ο σκλάβοι αποτελούν τα παραγωγικά εργαλεία, δίχως δικαιώματα και ιδιοκτησία. Οι ελεύθεροι χωρικοί είναι ως επί το πλείστον ‘κολωνοί’, δηλαδή συλλογικοί καλλιεργητές της αριστοκρατικής γης με δεσμά υποτέλειας προς τον τοπικό άρχοντα. Στον κόσμο των αρχόντων εδραιώνεται η μοναρχία. Η αριστοκρατία με τη βασιλική συναίνεση απολαμβάνει λάφυρα, εδάφη και δωρεές γης ενώ και η εκκλησιαστική εξουσία διογκώνει την κτηματική και οικονομική της δύναμη. (Γαγανάκης, 1999, σ. 24-26)
Η γη λοιπόν και η κατοχή της στηρίζουν την κεντρική θέση της αριστοκρατίας στην οικονομική οργάνωση, ενώ η άσκηση εξουσίας επί των τοπικών κοινοτήτων της υπαίθρου με τη σύμφωνη γνώμη της βασιλικής οικογένειας, καθορίζουν τη σχέση εξάρτησης μεταξύ των κοινωνικών στρωμάτων. Το πλέγμα των υποχρεώσεων των ελεύθερων, απελεύθερων και δούλων, διογκώνεται συνεχώς με υποχρέωση στράτευσης, εντατικοποίηση παραγωγής, προώθηση πλεονάσματος στον οίκο του άρχοντα, πολλαπλασιασμό αγγαρειών, καθιστώντας τα όρια δουλείας και ελευθερίας ακόμα πιο θολά. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον η επιβίωση αποτελεί μοναδική επιδίωξη για την πλειοψηφία των κατοίκων της υπαίθρου. (Γαγανάκης, 1999, σ. 26-28)
Η χρήση νομίσματος στις συναλλαγές, που έλαβε χώρα σε κάποιες περιοχές, επηρέασε τις υφιστάμενες νοοτροπίες και εξοικείωσε τους ανθρώπους με τη χρηματική οικονομία, οδήγησε όμως και σε αποτίμηση της ανθρώπινης εργασίας σε χρήμα. Άρχισε έτσι να δημιουργείται μια κοινωνία καταναλωτική, με πληρωμές σε χρήμα, που σε συνδυασμό με την ανάπτυξη ενός περιορισμένου εμπορίου αγαθών, δημιούργησαν ένα νέο πλέγμα ‘αναγκών’ για τους κατέχοντες. (Γαγανάκης, 1999, σ. 28)
Οι υλικές ανάγκες των αρχόντων επιτείνονται από την νοοτροπία υπεροχής και την επιδίωξη πολυτέλειας που πιστοποιεί την ανωτερότητα και το κύρος τους, όχι μόνο προς τους κατώτερους αλλά και ανάμεσα στους ομοίους τους. Αυτός ο εσωτερικός ανταγωνισμός διατήρησης πρωτοκαθεδρίας και βασιλικής εύνοιας μέσω της κοινωνικής διαφοροποίησης, αύξησε τις πιέσεις προς τα κατώτερα στρώματα για μεγαλύτερη παραγωγή, σπατάλησε ανθρώπινους και φυσικούς πόρους και ενίσχυσε την εκμετάλλευση και την υποτέλεια των αδυνάτων. (Γαγανάκης, 1999, σ. 28-29)
Στα χρόνια που ακολουθούν, η μετάλλαξη της μεσαιωνικής Δύσης στηρίζεται πλέον στην συνδυαστική ανάπτυξη χωροδεσποτείας και αστικών κέντρων του 11ου αι. Σε συνδυασμό με την εργαλειακή, καλλιεργητική και τεχνολογική εξέλιξη, το πέρασμα στην φεουδαρχική εποχή καθιστά τη σχέση εξάρτησης και κυριαρχίας του ανθρώπου από άνθρωπο, ως δομικό συστατικό σε όλη την κοινωνική διαστρωμάτωση. (Γαγανάκης, 1999, σ. 36-37)

Φεουδαρχικός Μεσαίωνας
Από τον 11ο αι. και μετά, κύριο χαρακτηριστικό του κοινωνικο-οικονομικού συστήματος αποτελεί η εδραίωση της φεουδαρχίας, με την αποσύνθεση της βασιλικής εξουσίας και την διασπορά της σε τοπικές ηγεμονίες. Για την αποφυγή των αλλεπάλληλων συγκρούσεων που θα μπορούσε να επιφέρει η κατάτμηση της εξουσίας, η εκκλησιαστική εξουσία εφεύρε τον θεσμό της ‘ειρήνης του Θεού’. Σύμφωνα με αυτήν, οι επίσκοποι και οι ευγενείς ήταν επιφορτισμένοι με την διατήρηση της ειρήνης και την απονομή δικαιοσύνης και απαγορευόταν η στρατιωτική βία σε ιερούς τόπους και έναντι συγκεκριμένων ομάδων. (Γαγανάκης, 1999, σ. 41-42)
Τα κληρικο-αριστοκρατικά συμβούλια που δημιουργήθηκαν για την τήρηση της ειρήνης, κατάφεραν φαινομενικά να προφυλάξουν την κατακερματισμένη Ευρώπη από συνεχόμενες συρράξεις, εξάγοντας την επιθετικότητα προς ‘άπιστους’ λαούς (σταυροφορίες). Κυρίως όμως η ‘ειρήνη του Θεού’ νομιμοποίησε τις φεουδαλικές σχέσεις εκμετάλλευσης κατά των φτωχών πληβείων, που καλούνταν να πληρώσουν το αντίτιμο για την εσωτερική ασφάλεια και ειρήνη με την πειθήνια υποταγή τους. (Γαγανάκης, 1999, σ. 42)
Τα συμβούλια ειρήνης προχώρησαν επίσης στην εδραίωση της τριμερούς διαίρεσης της κοινωνίας ως έκφραση Θείας Πρόνοιας. Ο διαχωρισμός αυτός κατανέμει εξουσίες και δικαιώματα πρωτίστως στην εκκλησιαστική εξουσία που προσεύχεται για τη σωτηρία του λαού, δευτερευόντως στην πολεμική αριστοκρατία που μάχεται για την προστασία του λαού και σχεδόν καθόλου στους πληβείους που εργάζονται για τη συντήρηση των δύο πρώτων στρωμάτων. (Γαγανάκης, 1999, σ. 42)
Αποτέλεσμα του διαχωρισμού αυτού είναι η εκκλησιαστική εξουσία να απαλλαγεί από φόρους και υποχρεώσεις και να δέχεται ελέω Θεού δωρεές γης, μετατρεπόμενη σταδιακά σε κοσμική δύναμη. Οι ανώτεροι κληρικοί άρχισαν να διαβιούν με πλούτο και χλιδή, συμπεριφερόμενοι όπως οι κοσμικοί άρχοντες, καταναλώνοντας είδη πολυτελείας και ξοδεύοντας επιδεικτικά για την προσωπική τους προβολή. Εξυπακούεται ότι η κοσμική αριστοκρατία σε συνέχεια της πομπώδους και υπερκαταναλωτικής της συμπεριφοράς κατά τον πρώιμο μεσαίωνα, εξακολουθεί στα νέα φεουδαλικά πλαίσια να επιδιώκει το κοινωνικό γόητρο ασκώντας απόλυτο έλεγχο στη γη και τους υποτελείς. Με βασικό εργαλείο πλουτισμού τον πόλεμο, επιβάρυναν τους πληβείους με πρόσθετες υποχρεώσεις για την πολεμική-σταυροφορική προετοιμασία. (Γαγανάκης, 1999, σ. 43)
Η εδραίωση του συστήματος κληρονομιάς της περιουσίας από τον πρωτότοκο γιο και η ανάσχεση της τάσης για δωρεές γης στην εκκλησία, αποτέλεσαν μεθόδους με τις οποίες ισχυροποιήθηκε το μέγεθος της περιουσίας των αριστοκρατικών οίκων. Ταυτόχρονα η συνειδητοποίηση των φεουδαρχών ότι η διατήρηση της εκμετάλλευσης επιτελείται με την βελτίωση της διαβίωσης και όχι με την εξάντληση των υποτελών, συνετέλεσε από τον 12ο αιώνα στην ανάπτυξη της ευρωπαϊκής οικονομίας. (Γαγανάκης, 1999, σ. 45 &47)
Η ημι-εκχρηματισμένη πλέον μεσαιωνική οικονομία, έχει ως βασικό συντελεστή τους ευγενείς κατόχους του χρήματος. Η πολυτελής διαβίωση όμως διογκώνει τις καταναλωτικές ανάγκες αυξάνοντας τις δαπάνες και στρέφοντας τους σε αναγκαστικό δανεισμό από εκκλησιαστικούς αξιωματούχους, Εβραίους τοκογλύφους και αριστοκράτες των άστεων. Ο δανεισμός έτσι καθίσταται δομικό κομμάτι της φεουδαρχικής ζωής και εν τέλει οι πόλεις εδραιώνονται ως χρηματικά κέντρα και πιστωτικές πηγές των ισχυρών της υπαίθρου, διεισδύοντας στις αγροτικές κοινότητες. Δημιουργούνται έτσι νέου τύπου σχέσεις χρηματικής εξάρτησης τόσο για τους ευγενείς όσο και για τους καλλιεργητές. (Γαγανάκης, 1999, σ. 51-52 & 58)

Επίλογος - Συμπεράσματα
Συνοψίζοντας τα παραπάνω, συνάγεται καταρχάς ότι ο Le Goff φαίνεται συνεπής εκφραστής του ρεύματος των Annales, καθώς η διατύπωση της έννοιας της ‘συντήρησης’, γίνεται μέσα από ένα πρίσμα περισσότερο ανθρωπολογικό-συνειδησιακό και λιγότερο υλιστικό.
Η τάση των αριστοκρατών για εξεζητημένο πλουτισμό και κατανάλωση εις βάρος των φτωχότερων, αποτελεί πρωτίστως έκφραση μιας κατεστημένης νοοτροπίας που διατηρεί ρίζες στις απαρχές του συστήματος κοινωνικών διακρίσεων (είτε ρωμαϊκού είτε βαρβαρικού). Αντίθετα η έννοια της συντήρησης για τους μη έχοντες, είναι πρωτίστως υλιστική καθώς οι απόλυτες σχέσεις υποτέλειας και εξάρτησης, καθιστούν την καθημερινή επιβίωση αβέβαιη.
Τόσο κατά τον πρώιμο μεσαίωνα όσο και κατά τον μερικώς εκχρηματισμένο φεουδαρχικό μεσαίωνα, τα ανώτερα στρώματα εφεύρισκαν διάφορες μεθόδους εδραίωσης και ενίσχυσης των σχέσεων εξάρτησης και εκμετάλλευσης, για την διαιώνιση της κυριαρχίας τους και την συνέχιση της εξεζητημένης διαβίωσής τους.
Σε κάθε περίπτωση η κατοχή γης και η εκμετάλλευση ανθρώπων για την καλλιέργειας αυτής, αποτελούν του θεμελιακούς πυλώνες οικονομικής και κοινωνικής ισχύος κατά την μεσαιωνική εποχή. Αυτό αποδεικνύεται και από τον τρόπο που ισχυροποιήθηκε η εκκλησιαστική εξουσία αλλά και από τις ενδιάμεσες πρόσκαιρες κοινωνικές διαστρωματώσεις (πχ. ιππότες, τοποτηρητές κλπ.) που εμφανίστηκαν.
Μόνο προς το τέλος της μεσαιωνικής περιόδου και μετά την κρίση του φεουδαρχικού συστήματος και την ανάπτυξη των αστικών κέντρων, θα διαμορφωθούν κοινωνικές ομάδες που δεν θα στηρίζουν την ισχύ τους στην κατοχή γης, αλλά στην δύναμη του χρήματος, ανοίγοντας το μονοπάτι για τις θυελλώδεις κοινωνικές μεταβολές της περιόδου που αγγίζει την Βιομηχανική Επανάσταση.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. ΓΑΓΑΝΑΚΗΣ, Κ. (1999), Κοινωνική και Οικονομική Ιστορία της Ευρώπης, Πάτρα, Εκδόσεις ΕΑΠ.
2. ΜΑΝΔΥΛΑΡΑ, Α. (2008), Η Διπλή Ζωή της Οικονομικής Ιστορίας. Θέματα Ευρωπαϊκής Ιστοριογραφίας, Πάτρα, Εκδόσεις ΕΑΠ.
3. IGGERS, G. G. (2005), Η Ιστοριογραφία στον Εικοστό Αιώνα. Από την Επιστημονική Αντικειμενικότητα στην πρόκληση του Μεταμοντερνισμού, Μεταφρ. Π. Ματαλας, Αθήνα, Εκδόσεις ΝΕΦΕΛΗ.

© ΙΖ 2009