Αφιερωμενο στη μνημη του Καθηγητη Ευρωπ. Δικαιου Δρ Χρηστου Κολλοκα που υπηρξε πηγη θετικης επιρροης

Από τον Σεπτέμβριο 2014 ο συντάκτης μετοικεί στη Μ. Βρετανία αρχικά ως υπότροφος ερευνητής του University of Hull και εν συνεχεία ως τακτικός καθηγητής σε Βρετανικα Πανεπιστήμια.
Το παρόν blog ΔΕΝ ανανεώνεται αλλά παραμένει ενεργό για χάρη των φίλων σπουδαστών του ΕΑΠ που μπορεί να βοηθηθούν από τις δημοσιευμένες εργασίες και τις βιβλιογραφικές πηγές στην εκπόνηση των δικών τους εργασιών.


ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Παρασκευή 12 Νοεμβρίου 2010

ΕΠΟ22 (Ευρωπαϊκή Φιλοσοφία) - 5/2010


ΜΑΙΟΣ 2010

ΘΕΜΑ
«Η ερμηνευτική φαινομενολογία του Martin Heidegger είναι ευρέως γνωστή ως ένα μεγάλης εμβέλειας εγχείρημα ‘αποδόμησης’ της δυτικής μεταφυσικής με βασικές αναφορές στους Αριστοτέλη, Ντεκάρτ και Καντ, το οποίο εισάγει μία οντολογική/υπαρκτική στροφή στη δυτική σκέψη. Στην πρώτη υποδιαίρεση του Είναι και χρόνος (1927), ο Χάιντεγκερ εισάγει τις έννοιες του ‘κόσμου’ (Welt) και του ‘μέσα-στον-κόσμο-είναι’ (In-der-Welt-sein) (Είναι και χρόνος, § 12). Δίνοντας έμφαση στον κατεξοχήν πρακτικό χαρακτήρα του ‘μέσα-στον-κόσμο-είναι’ ο Χάιντεγκερ θέτει σε αμφισβήτηση το πρωτείο του θεωρητικού ‘γνωρίζειν τον κόσμο’ (νοείν). Στην πραγματικότητα, το ανθρώπινο εδωνά-Είναι (Dasein) σχετίζεται με τον κόσμο με έναν τρόπο πιο πρωταρχικό από εκείνο του γνωρίζειν και για το λόγο αυτό το τελευταίο είναι ένας παράγωγος τρόπος του εδωνά-Είναι, o οποίος θεμελιώνεται στην υπαρκτική δομή του ‘μέσα-στον-κόσμο-είναι’ (Είναι και χρόνος, § 13).
Αναπτύξετε τα ακόλουθα θέματα της Χαιντεγκεριανής φιλοσοφίας του Είναι και Χρόνος:
α. Την έννοια του ‘κόσμου’ και την έννοια του ‘μέσα-στον-κόσμο-είναι’.
β. Τη διάκριση που ο Χάιντεγκερ εγκαθιδρύει μεταξύ ‘προχειρότητας’ (Zuhandenheit) και ‘παρεύρεσης’ (Vorhandenheit) στο πλαίσιο αυτού που αποκαλεί ‘πρακτικό σχετισμό με τα πράγματα’ (Είναι και χρόνος, § 15).
γ. Τον τρόπο με τον οποίον ο Χάιντεγκερ αντιμετωπίζει το ‘γνωρίζειν’ σε σχέση με τις υπαρκτικές του προϋποθέσεις.»

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
◦ ΕΙΣΑΓΩΓΗ - Η Οντολογική Στροφή του Μάρτιν Χάιντεγκερ
1. Οι Χαιντεγκεριανές Έννοιες του ‘Κόσμου’ και του ‘Μέσα-στον-κόσμο-είναι’
2. Η Διάκριση Μεταξύ ‘Προχειρότητας’ και ‘Παρεύρεσης’
3. ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ: Το Κατά Χάιντεγκερ ‘Γνωρίζειν’ και οι Υπαρκτικές Προϋποθέσεις του
◦ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ - Η ΟΝΤΟΛΟΓΙΚΗ ΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΜΑΡΤΙΝ ΧΑΙΝΤΕΓΚΕΡ
Το παρόν θέμα καταπιάνεται με την φιλοσοφική θεώρηση του Μάρτιν Χάιντεγκερ, που εντρυφά στην έννοια του Είναι μέσα από μια οντολογική προσέγγιση. Ειδικότερα μέσα από το ημιτελές έργο του ‘Είναι και Χρόνος’, ο Χάιντεγκερ θέτει το ερώτημα της έννοιας του Είναι ως θεμελιώδη οντολογία. Για τον Χάιντεγκερ οι στοχαστικές απόπειρες αποτελούν μονοπάτια που οδηγούν τη σκέψη σε ένα πεδίο που ορίζεται από το ίδιο το Είναι, γι’ αυτό και τα ερωτήματα που αφορούν το Είναι απασχολούν το σύνολο της στοχαστικής πορείας του φιλόσοφου (Biemel, 1993: σ. 34-35 και Θανασάς, 2008: σ. 204).
Η ιδέα που έχει ο Χάιντεγκερ για τον κόσμο μας δεν εδράζει στην παραδοσιακή δυτική φιλοσοφία, καθώς αντιπαραβάλει την φαινομενολογική κατανόηση του χώρου με την καρτεσιανή μαθηματική χωρικότητα. Έτσι, οι σχέσεις των αντικειμένων εξετάζονται όχι μέσα από την χωρική τους γειτνίαση, αλλά υπό το πρίσμα των πρακτικών τους σκοπών (Mulhall, 1996: σ. 15).
Κεντρική θέση του φιλόσοφου είναι ότι αντικείμενο της φιλοσοφικής έρευνας αποτελεί το ανθρώπινο Dasein (εδωνά-Είναι), μια ανθρώπινη ύπαρξη ανοικτή στο Είναι που σχετίζεται με αυτό και το κατανοεί. Χαρακτηριστικό του είναι η διαρκής κίνηση και η μέριμνα για τον εαυτό του. Στην πορεία του όμως το Dasein απεκδύεται την εξατομίκευσή του και από τις συνεχείς εμπειρίες, χάνει τον εαυτό του και εκπίπτει στην κυριαρχία των πολλών, μέσα από αλλεπάλληλες επικαλύψεις που επικάθονται στην αυθεντική ύπαρξη του Είναι (Θανασάς, 2008: σ. 205).
Σκοπός της φιλοσοφίας του Χάιντεγκερ είναι η αποδόμηση των επικαλύψεων μέσα από την αναδρομή στο παρελθόν, με στόχο την αναζήτηση των ιστορικών σημείων όπου οι έννοιες απηχούν την ζωντανή αυθεντική τους σχέση με τα πράγματα. Υπό αυτή την έννοια, ο Χάιντεγκερ θεωρεί την φιλοσοφική έρευνα ως ιστορική γνώση (Θανασάς, 2008: σ. 206).
Στα πλαίσια των ζητούμενων της εργασίας, θα εξεταστεί αρχικά η έννοια του ‘κόσμου’ και η έννοια του ‘μέσα-στον-κόσμο-Είναι. Οι δύο αυτές έννοιες αποτελούν βασικά συστατικά της Χαιντεγκεριανής φιλοσοφίας και της προσπάθειάς του φιλόσοφου να προσεγγίσει τα βαθύτερα μονοπάτια του Είναι.
Θα ακολουθήσει η διατύπωση και ουσιαστικά η αντιπαράθεση των εννοιών ‘παρεύρεσης’ και ‘προχειρότητας’, που στην ουσία αποτελούν τους εκπροσώπους δύο τόσο διαφορετικών φιλοσοφικών κοσμοθεωριών. Αφενός της παραδοσιακής καρτεσιανής θεώρησης και αφετέρου της ριζοσπαστικής φαινομενολογικής θεώρησης του Χάιντεγκερ. Όπως γράφει άλλωστε ο Παπαγιώργης (1983: σ. 112) η οντολογική ανάλυση του Χάιντεγκερ πολεμά φιλοσοφικά την έννοια της παρεύρεσης.
Τέλος, με την καταγραφή της έννοιας του ‘γνωρίζειν’ και τον εντοπισμό των προϋποθέσεων απόκτησής της γνώσης, θα ολοκληρωθεί η παράθεση των καθοριστικών σημείων της χαιντεγκεριανής φιλοσοφίας, σχηματοποιώντας την συλλογιστική του φιλόσοφου όπως εκφράζεται στο έργο του ‘Είναι και Χρόνος’. Στόχος της προσπάθειας σε κάθε περίπτωση, είναι η προσέγγιση και κατανόηση αυτής της ιδιαίτερης συλλογιστικής που σημάδεψε ως τομή την πορεία της φιλοσοφικής σκέψης, ανοίγοντας νέους πνευματικούς ορίζοντες.

1. ΟΙ ΧΑΙΝΤΕΓΚΕΡΙΑΝΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΤΟΥ ‘ΚΟΣΜΟΥ’ ΚΑΙ ΤΟΥ ‘ΜΕΣΑ-ΣΤΟΝ-ΚΟΣΜΟ-ΕΙΝΑΙ’
Η σχέση του ανθρώπου με τον κόσμο στον οποίο ενυπάρχει, αποτελεί καίριο φιλοσοφικό ζήτημα που ο Χάιντεγκερ προσέγγισε όχι από τη σκοπιά του ακίνητου παρατηρητή αλλά του ενεργού συμμετέχοντος. Ένας κόσμος όπου απλά κοιτάμε τα αντικείμενα που γειτνιάζουν με εμάς χωρίς να εμπλεκόμαστε με αυτά, προσφέρει μια παραποίηση του ανθρώπινου τρόπου ύπαρξης και είναι ένας κόσμος στον οποίο δεν ανήκουμε ουσιαστικά. Το ανθρώπινο Είναι για τον Χάιντεγκερ είναι ειδικότερα Dasein (Εδωνά-είναι) ακριβώς για να καταδείξει τον ανθρώπινο τρόπο ύπαρξης εντός του κόσμου (Mulhall, 1996: σ. 1-2).
Το Dasein είναι το ον που κατέχει την κατανόηση του Είναι του και που μπορεί να συλλάβει τα αντικείμενα γύρω του όχι ως απλώς παρευρισκόμενα σε χωρική γειτνίαση, αλλά ως πρόχειρα (δηλαδή χρηστικά) εργαλεία προς επίτευξη των σκοπών του. Όχι μόνο κατανοεί τα αντικείμενα του κόσμου αλλά ασχολείται με αυτά ενεργά. Αυτή η αντιστροφή οπτικής δίνει τη δυνατότητα στο Dasein να διεκδικήσει την αυθεντικότητά του. Κατά τον Χάιντεγκερ το Dasein βρίσκει πάντα τον εαυτό του εντός ενός προϋπάρχοντος κόσμου, που κατασκευάστηκε και λειτουργεί πέρα από τις επιθυμίες των όντων που τον απαρτίζουν. Ο ανθρώπινος τρόπος ύπαρξης δεν μπορεί να νοηθεί σε απομόνωση από τον κόσμο όπου ο άνθρωπος διαβιεί, γι’ αυτό και η ανθρώπινη ύπαρξη είναι ουσιαστικά ‘μέσα-στον-κόσμο-είναι’ (Mulhall, 1996: σ. 1-2 και Βαλλιάνος, 2008: σ. 306-307).
Υπό ‘οντική’ θεώρηση, ο κόσμος αποτελεί το σύνολο των ενδόκοσμων όντων, ενώ υπό ‘οντολογική’ θεώρηση ο κόσμος αναφέρεται στο Είναι των όντων αυτών. Ο Χάιντεγκερ πιστεύει ότι για να περιγράψουμε τον κόσμο φαινομενολογικά, δεν αρκεί να εκθέσουμε το Είναι των ενδόκοσμων όντων και να εντοπίσουμε έννοιες και κατηγορίες. Γι’ αυτό εισάγει την έννοια της κοσμικότητας, που αποτελεί μια οντολογική υπαρκτική έννοια που αναφέρεται σε ένα είδος του Είναι του Dasein Ο κόσμος δεν αποτελεί απλά το σύνολο των εκτατών πραγμάτων, αλλά μια ολότητα αλληλένδετων παραπομπών, οργάνων, σημάτων και προχειροτήτων. Η σύμπλεξη των παραπάνω είναι που σχηματοποιεί την κοσμικότητα του κόσμου (Χάιντεγκερ, 1978: σ. 117-119 και Παπαγιώργης, 1983: σ. 117-118).
Ο Χάιντεγκερ χρησιμοποιεί τον όρο ‘κόσμος’, για να υποδηλώσει τον χώρο ή το περιβάλλον στο οποίο διαβιεί ένα δεδομένο Dasein. Τα φυσικά αντικείμενα ή λοιπά όντα θεωρούνται επίσης ως ανήκοντα εντός του κόσμου (ενδόκοσμα). Η ερμηνεία του κόσμου με βάση το Είναι των ενδόκοσμων παρευρισκόμενων όντων δεν είναι πρωταρχική. Η παρατήρηση ενός ενδόκοσμου όντος αποκοσμικοποιεί αυτό το ον γιατί ο παρατηρητής παρατηρεί τα χαρακτηριστικά του, χωρίς να ασχολείται με τον κόσμο όπου αυτό ανήκει και έτσι αποκρύπτεται το κοσμικό του υπόβαθρο. Γι’ αυτό η προσοχή του Χάιντεγκερ στρέφεται στις ανθρώπινες δοσοληψίες με τα πρόχειρα (δηλαδή χρηστικά) όργανα (αντικείμενα που χρησιμοποιούμε) (Mulhall, 1996: σ. 7-8 και Βαλλιάνος, 2008: σ. 306).
Κάθε πρόχειρη οντότητα εμπλέκεται σε κάποια εργασία, που στηρίζεται σε ένα παραπεμπτικό πλαίσιο όπου η χρησιμότητα κάθε αντικειμένου έγκειται στην ικανοποίηση κάποιας ανάγκης ή επιθυμίας του Dasein (σφυρί-στέγαση, πένα-συγγραφή κλπ). Συνεπώς οι δραστηριότητες των όντων συνεισφέρουν στην ύπαρξη του Dasein στον κόσμο. Υπό αυτή την έννοια, ο κόσμος είναι μια όψη του Dasein και το Είναι του Dasein είναι ‘μεσα-στον-κόσμο-Είναι’. Εφόσον αυτό που χαρακτηρίζει τον άνθρωπο δεν είναι μόνο η ζωή αλλά και η δραστηριότητα, άρα και το Dasein πραγματώνει τις αποφάσεις του μέσα από αυτή τη δραστηριότητα. Αυτό όμως προϋποθέτει ότι το Dasein είναι μέσα στον κόσμο, για να συναπαντά τα υλικά αντικείμενα με τα οποία διαδρά. Αφού η πρακτική σχέση του Dasein με την ύπαρξή του είναι ουσιώδης, τότε ουσιώδης πρέπει να είναι και η σχέση του με τον κόσμο. Η συνάντηση του με τα πρόχειρα αντικείμενα είναι αυτό ακριβώς το έδαφος του ‘μεσα-στον-κόσμο-Είναι’ του Dasein (Mulhall, 1996: σ. 14-15).
Η έκφραση ‘μέσα-στον΄κόσμο-Έίναι’ αναφέρεται σε ένα ενιαίο φαινόμενο που δεν μπορεί να απομονωθεί σε επιμέρους στοιχεία, αν και δεν αποκλείει την πολλαπλότητα δομικών στοιχείων. Αποτελεί μια a priori οντολογική σύσταση του Dasein που δηλώνει το είδος του Είναι ενός όντος που εδράζει-κατοικεί εντός του κόσμου και εμπεριέχει την έννοια της απορρόφησης μες στον κόσμο. Αποτελεί μια ουσιαστική δομή του Dasein, που βοηθά στο να αποκτήσουμε επίγνωση της χωρικής του ύπαρξης. Το ‘μέσα-στον-κόσμο-Είναι’ ενός ενδόκοσμου όντος που μπορεί να κατανοεί τον εαυτό του σε σχέση με το Είναι των υπόλοιπων ενδόκοσμων όντων, αποτελεί για τον Χάιντεγκερ μια ‘γεγονότητα’. Η με διάφορους τρόπους έκφραση του Dasein στη ζωή (πχ. κατασκευή, χρήση, μάθηση, εξέταση, συζήτηση κλπ) χάριν αυτής της γεγονότητας, αποτελεί αυτό που ονομάζουμε βιομέριμνα. Εφόσον στο Dasein ανήκει ουσιαστικά το ‘μέσα-στον-κόσμο-Είναι’, άρα και το Είναι του Dasein προς τον κόσμο αποτελεί βιομέριμνα (Χάιντεγκερ, 1978: σ. 100-103, 105, 106, 107-108).
Ο κόσμος εντός του οποίου ένα όργανο εμφανίζεται ως κάτι συγκεκριμένο (πχ ως σφυρί), αποτελεί ένα δίκτυο συγκροτημένων κοινωνικών και πολιτισμικών παραπομπών (από το ένα όργανο στο άλλο), που αποκαλύπτεται κάθε φορά που ενεργούμε διαδραστικά με τα αντικείμενα που υπάρχουν σε αυτόν. Η σταδιακή αφομοίωση του δικτύου αυτού στηρίζεται στην εξατομίκευση της λειτουργίας των οντοτήτων (πχ το τιμόνι λειτουργεί ως τιμόνι, το σφυρί ως σφυρί). Αυτή η ολότητα που απαρτίζει τον κόσμο δεν αποτελεί αντικείμενο ή άλλο ον, γι’ αυτό και δεν θεωρείται κάτι παρευρισκόμενο ούτε κάτι πρόχειρο (Mulhall, 1996: σ. 13).
Ο άμεσος κόσμος του Dasein είναι το περιβάλλον της καθημερινότητας του. Το καθημερινό ‘μέσα-στον-κόσμο-Είναι’ είναι οι δοσοληψίες με τα ενδόκοσμα όντα και πρωτίστως αυτά που φανερώνονται κατά την περιβαλλοντική βιομέριμνα. Τα όντα που συναντούμε κατά τη βιομέριμνα είναι τα όργανα. Κάθε όργανο περιέχει στο Είναι του μια καταχώρηση σε ένα σύνολο οργάνων όπου έχει τη δική του θέση, το δικό του ‘για να’ δηλαδή μια παραπομπή και ένα δεσμό με ένα άλλο όργανο. Το Dasein μπορεί και έχει σκοπούς οι οποίοι όμως καθίστανται εφικτοί μόνο μέσα σε κάποιο παραπεμπτικό πλαίσιο. Για να είναι πχ. κάποιος καλός καθηγητής χρειάζεται μια παραπεμπτική ολότητα σχολείων, βιβλίων, θρανίων κλπ. Συνεπώς το Dasein αλληλεξαρτάται από τον κόσμο όπου κατοικεί (Mulhall, 1996: σ. 9-10 & ΣτΜ 3 και Χάιντεγκερ, 1978: σ. 120-121 και 122-124).
Το Dasein και ο κόσμος αλληλοσυμπληρώνονται. Το Dasein γνωρίζει πώς να κινείται μέσα στον κόσμο και να αναγνωρίζει τα αντικείμενα γύρω του. Στο χωροχρονικό κόσμο του Dasein τα πράγματα καταλαμβάνουν τις δέουσες θέσεις τους. Στο Dasein υπάρχει a priori η ικανότητα να διακρίνει τι αποτελεί εργαλείο και τι όχι, καθώς και το χώρο που αυτά βρίσκονται με τον ίδιο τρόπο που έχει συνείδηση της ίδιας του της ύπαρξης. Δομικό γνώρισμα του Dasein αποτελεί το ότι συνυπάρχει με τους γύρω του ακόμα και τις στιγμές που είναι μόνο του. Άρα συνυπάρχει μέσα στον κόσμο, καθώς μόνο του είναι ανολοκλήρωτο. Ο κόσμος στον οποίο βρίσκεται είναι ένας κοινός κόσμος προσιτός τόσο στο ίδιο όσο και στους άλλους (Inwood, 2006: σ. 44-47 & 48-49).

2. Η ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΜΕΤΑΞΥ ‘ΠΡΟΧΕΙΡΟΤΗΤΑΣ’ ΚΑΙ ‘ΠΑΡΕΥΡΕΣΗΣ’
Σύμφωνα με τον Χάιντεγκερ κάθε αντικείμενο εμπεριέχει την έννοια ‘για να’, δηλαδή ένα σκοπό ύπαρξης και αυτά τα διαφορετικά ‘για να’ προσδίδουν μια υπόσταση χρησιμότητας, πολύ διαφορετική από την καρτεσιανή υπόσταση των συνθετικών υλικών τους. Τα αντικείμενα δηλαδή δεν νοούνται ως εκτατά πράγματα με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και υλικές ιδιότητες (ξύλο, γυαλί, χαρτί κλπ) που απλά παρευρίσκονται σε ένα χώρο, αλλά πρωτίστως ως όργανα και εργαλεία που επιτελούν ένα σκοπό. Το Είναι των πραγμάτων δεν βρίσκεται στην υπόστασή τους αλλά στο ‘για να’ τους, γι’ αυτό και η ανθρώπινη συμπεριφορά μες στον κόσμο εκφράζεται ως σχέση με τα όργανα. Αυτό το Είναι εκφράζει ουσιαστικά την έννοια της Προχειρότητας (Biemel, 1993: σ. 46 και Θανασάς, 2008: σ. 208 και Mulhall, 1996: σ. 8 και Παπαγιώργης, 1983: σ. 108-111 και Χάιντεγκερ, 1978: σ. 104).
Τα όργανα-εργαλεία δεν παρευρίσκονται μόνα τους αυθύπαρκτα, αλλά αποτελούν μέρος σε ένα σύνολο από ‘για να’, που μέσα από ένα πλέγμα μιας μεταξύ τους παραπεμπτικότητας (πχ πένα-μελάνι-χαρτί) και χρηστικών δεσμών, συγκροτούν την κοσμικότητα του κόσμου. Αφαιρώντας τα ‘για να’ μπορούμε να απομονώσουμε τα αντικείμενα σαν μεμονωμένες καρτεσιανές υποστάσεις που παρευρίσκονται, αλλά σε αυτή την περίπτωση είναι σαν να αφαιρούμε και την κοσμικότητα από αυτά. Κατά συνέπεια, ο κόσμος δεν αποτελεί ένα σύνολο υποστάσεων υπό το καθεστώς της Παρεύρεσης, αλλά ένα σύστημα οργάνων υπό κατάσταση Προχειρότητας (Mulhall, 1996: σ. 8 & ΣτΜ 3 και Παπαγιώργης, 1983: σ. 112 και Χάιντεγκερ, 1978: σ. 125 και Inwood, 2006: σ. 40 και Biemel, 1993: σ. 48).
Ένα κρίσιμο ερώτημα που γεννιέται αφορά την περίπτωση των οργάνων εκείνων που δεν λειτουργούν, που δεν μπορούν δηλαδή να επιτελέσουν αποτελεσματικά το ‘για να’ τους. Θεωρητικά μία τέτοια περίπτωση αποτελεί προοίμιο της παρεύρεσης, ειδικά στην περίπτωση που η μη λειτουργικότητα ενός οργάνου σπάει την αλυσίδα παραπεμπτικότητας, θέτοντας και άλλα όργανα σε αχρηστία (πχ. σκασμένο λάστιχο-ποδήλατο). Ο Χάιντεγκερ ξεκαθαρίζει ότι ακόμα και στην περίπτωση ενός τέτοιου α-πρόχειρου οργάνου, ο δεσμός με την προχειρότητα δεν χάνεται αλλά απλά αναστέλλεται. Μόλις επέλθει η επισκευή-επιδιόρθωση η προχειρότητα επανέρχεται πλήρως, συνεπώς τα ‘για να’ του οργάνου δεν χάνονται, απλά λανθάνουν για όσο διάστημα παραμένει α-πρόχειρο. Ακόμα δε και στην περίπτωση απουσίας του οργάνου από τη συνήθη θέση του ή και όταν ακόμα καταστεί εμπόδιο στην εργασία μας, έχουμε ένα καθεστώς μη-προχειρότητας που όμως μας αναγκάζει να εξετάσουμε το πώς και το γιατί της προχειρότητάς του, δηλαδή την παραπεμπτική του ολότητα. Με αυτόν τον τρόπο, η ίδια η εργασία που αφορά καθίσταται φιλοσοφικά διαφωτιστική και εμφανής στην αντίληψή μας (Mulhall, 1996: σ. 11-12 και Παπαγιώργης, 1983: σ. 113-114 και Χάιντεγκερ, 1978: σ. 131).
Ένα επιπλέον σημείο αμφισβήτησης τίθεται σχετικά με τα στοιχεία της φύσης, τα οποία δεν αποτελούν όργανα κατασκευασμένα από τον άνθρωπο, άρα θεωρητικά βρίσκονται αποσπασμένα από παραπομπές και χρηστικές εξαρτήσεις. Ο Χάιντεγκερ επιχειρηματολογεί ότι με έμμεσο τρόπο η παραπεμπτικότητα είναι το ίδιο ζωντανή και στη φύση, καθώς κάθε τι ανθρώπινο παραπέμπει στην πρωτογενή φυσική ύλη από την οποία αποτελείται. Παρόλο που η φύση υπάρχει ανεξάρτητα από τις παραπομπές, στα μάτια μας κάθε κομμάτι της μπορεί να ιδωθεί χρηστικά υπό προχειρότητα (πχ. θάλασσα-ταξίδια, δάσος-ξυλεία, βουνό-λατομεία κλπ.). Μόνο αν απομονώσουμε τα φυσικά στοιχεία θα τα δούμε ως υπό παρεύρεση, όμως τότε ταυτόχρονα θα είναι σαν να αποκοσμικοποιούμε τη φύση. Τα φυσικά στοιχεία καθίστανται διαθέσιμα μέσα από μια βιομεριμνώδη σχέση, που δεν απαιτεί να τα ορίσουμε ως όργανα προκειμένου να ενταχθούν στην γενική προχειρότητα, αφού οι φυσικοί πόροι είναι πρωτίστως οι πηγές των πρώτων υλών για την κατασκευή των οργάνων (Mulhall, 1996: σ. 15 και Παπαγιώργης, 1983: σ. 114-115).
Τέλος, όμοια ενδιαφέρουσα είναι η περίπτωση του σήματος (πινακίδες, σημαίες, φώτα κλπ). Τα σήματα παραπέμπουν κάπου δημιουργώντας ένα συσχετισμό. Ο συσχετισμός αυτός δεν έχει πρωτογενή χαρακτήρα γιατί πηγάζει από την παραπομπή. Το σήμα και το κοινό όργανο διαφέρουν στον τρόπο παραπομπής. Το ‘για να’ του οργάνου αποκαλύπτει κάποια εξυπηρετικότητα του ως προς άλλα όργανα. Το σήμα καθορίζει το ‘για να’ ενός άλλου οργάνου, παραπέμποντας σε μια σειρά απαιτούμενων ενεργειών από το δεύτερο (πχ φώτα αυτοκινήτου-μείωση ταχύτητας), οι οποίες αποκαλύπτουν την εξυπηρετικότητα του σήματος. Το σήμα δεν μπορεί να εξηγηθεί έξω από την κοσμικότητα, αφού προϋποθέτει ότι ο παραλήπτης είναι ένα κοσμικό ον. Ότι εκλαμβάνουμε ως σήμα καθίσταται προσιτό μόνο μέσω της προχειρότητάς του, γιατί το σήμα απαιτεί μια περίσκεψη από τον παραλήπτη που συνειρμικά λαμβάνοντας υπόψη το περιβάλλον αποφασίζει και ενεργεί με βάση αυτό το σήμα (πχ. νότιος άνεμος που εκλαμβάνεται από τον γεωργό ως επερχόμενη βροχή) (Παπαγιώργης, 1983: σ. 116-117 και Mulhall, 1996: σ. 12).

3. ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ : ΤΟ ΚΑΤΑ ΧΑΙΝΤΕΓΚΕΡ ‘ΓΝΩΡΙΖΕΙΝ’ ΚΑΙ ΟΙ ΥΠΑΡΚΤΙΚΕΣ ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ
Για τον Χάιντεγκερ το φαινόμενο του κόσμου δεν μπορεί να γίνει κατανοητό ως μια κατασκευή παρευρισκόμενων όντων. Μια καρτεσιανή περιγραφή του κόσμου αδυνατεί να εντοπίσει τις γνωσιακές σχέσεις μεταξύ των όντων. Η θεωρητική γνώση των όντων ως παρευρισκόμενα, απαιτεί ένα άλλο είδος στάσης από μέρους μας. Το γνωρίζειν αποτελεί μια ανθρώπινη δραστηριότητα που λαμβάνει χώρα σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο, για λόγους και με αποτελέσματα που πηγάζουν από άλλες ανθρώπινες δραστηριότητες. Η αντίληψη των παρευρισκόμενων όντων πραγματώνεται μέσα σε μια κατάσταση ‘αποχής’ από τη διάδραση με τα αντικείμενα. Όταν απέχουμε από την απορρόφηση που μας προκαλεί η πρακτική ενασχόληση μας με σκοπούς, καθήκοντα και λοιπές δοσοληψίες με τον κόσμο, περνάμε σε μια ελλειπτική διαμονή όπου λαμβάνει χώρα το γνωρίζειν (Mulhall, 1996: σ. 4-5).
Η αποχή από αυτή τη βιομεριμνώδη συναλλαγή μας με τον κόσμο, επιτρέπει να συναντούμε τα όντα μέσα από την ενατένισή τους, δηλαδή μόνο καθ’ όψιν και ως τρόπους του Είναι τους. Μέσα από την προαναφερόμενη αποχή και διαμονή μας, πραγματώνουμε μια αντίληψη που μπορεί να εκφραστεί με προτάσεις και αποτελεί επίσης τρόπο του ‘μέσα-στον-κόσμο-Είναι’. Γι’ αυτό και όταν το Dasein συναντά και συλλαμβάνει κάτι νοητικά, δεν εξέρχεται ούτε εγκαταλείπει κάποια εσωτερικότητα για να βρεθεί έξω και παράπλευρα στα αντικείμενα, αλλά γνωρίζει ως ‘μέσα-στον-κόσμο-Είναι’ (Χάιντεγκερ, 1978: σ. 113-114).
Το γνωρίζειν τον κόσμο λειτουργεί ως πρωταρχικός τρόπος του ‘μέσα-στον-κόσμο-Είναι’. Παραδοσιακά αυτό το γνωρίζειν έχει συλληφθεί μορφικά ως η σχέση μεταξύ υποκειμένου-αντικειμένου. Όμως το υποκείμενο και το αντικείμενο δεν ταυτίζονται με το Dasein και τον κόσμο. Η γνώση ανήκει στα όντα και δεν είναι ένα εξωτερικό χαρακτηριστικό τους ως κάτι παρευρισκόμενο. Άρα το γνωρίζειν εδράζει εντός του όντος. Για τον Χάιντεγκερ το γνωρίζειν αποτελεί έναν τρόπο, ένα είδος του Είναι του ‘μέσα-στον-κόσμο-Είναι’. Με το γνωρίζειν το Dasein πετυχαίνει μια νέα κατάσταση του Είναι ως προς τον κόσμο που του έχει ήδη αποκαλυφθεί. Το γνωρίζειν δεν δημιουργεί μια συναλλαγή του υποκειμένου με τον κόσμο, ούτε προκύπτει ως επίδραση του κόσμου στο υποκείμενο. Αποτελεί έναν τρόπο του Dasein θεμελιωμένο στο ‘μέσα-στον-κόσμο-Είναι’ (Χάιντεγκερ, 1978: σ. 110, 111, 115).
Ο Χάιντεγκερ ονομάζει ‘περίσκεψη’ το είδος του γνωρίζειν που είναι κατάλληλο για τις πρακτικές δοσοληψίες. Ισχυρίζεται ότι η αντίληψή μας για τα πράγματα είναι θεματική και μη θεματική. Για τα αντικείμενα όπου εστιάζουμε την προσοχή μας και ασχολούμαστε απευθείας αποκτούμε θεματική αντίληψη, ενώ για τα υπόλοιπα μη θεματική. Η βιομέριμνα μας εστιάζει πρωτίστως στο έργο που πρέπει να παραχθεί, το οποίο και είναι το πρωταρχικό πρόχειρο (πχ. τραπέζι). Τα όργανα που συντελούν σε αυτό το έργο (σφυρί, καρφιά) είναι πάντα εκεί όμως όχι στο επίκεντρο της προσοχής. Ο Χάιντεγκερ θεωρεί αυθεντικά πρόχειρο ένα όργανο όταν έχει αποσυρθεί από τη θεματική αντίληψη μας. Ένα όργανο λοιπόν (πχ. σφυρί) χρησιμοποιείται αυθεντικά στην κατασκευή ενός τραπεζιού όταν δεν είναι θεματικά αντιληπτό αλλά συντελεί με τις ιδιότητές του στον τελικό σκοπό (Mulhall, 1996: σ. 9-10 & ΣτΜ 3).
Εν κατακλείδι, ο Χαιντεγκερ θεωρεί τη γνώση κάτι ιδιαίτερα σαφές και θεωρητικό. Γι’ αυτό και μιλά κυρίως για κατανόηση στις πράξεις, στον κόσμο και γενικά στο ίδιο το Είναι. Σε πρώτο επίπεδο, αναγνωρίζει την ύπαρξη διαθέσεων δηλαδή καταστάσεων, συναισθημάτων και τρόπων ενέργειας που επηρεάζουν την αλληλεπίδραση του Είναι με τα λοιπά όντα. Το Dasein πάντα βρίσκεται σε κάποια διάθεση ακόμα κι αν αυτό δεν είναι εμφανές και η διάθεση του Dasein αποτελεί πηγή γνώσης, καθώς αποκαλύπτει ένα τρόπο θεώρησης του κόσμου (Inwood, 2006: σ. 49-50).
Σημαντικότερη όμως λειτουργία είναι η κατανόηση. Το Dasein κατανοεί τον κόσμο και τον εαυτό του χωρίς αυτή η κατανόηση να αποτελεί θεωρητική γνώση. Κατανοεί το περιβάλλον του ως ένα σύνολο και ως πηγή διάφορων δυνατοτήτων, καθώς βεβαίως και τη θέση που κατέχει μέσα σε αυτό. Η κατανόηση αυτή αποτελεί προϋπόθεση για την ερμηνεία των αντικειμένων, γιατί δεν μπορώ να ερμηνεύσω κάτι ως πχ. σφυρί αν δεν γνωρίζω πως είναι το σφυρί, το ξύλο κλπ. Επιπλέον δεν μπορώ να κατανοήσω ένα σφυρί αν πρώτα δεν έχω μια συνολική κατανόηση για τα εργαλεία και τη λειτουργία τους, άρα αυτός που σε τελικό στάδιο ερμηνεύει κάτι, θα πρέπει να κατέχει εκ των προτέρων το αντικείμενο της ερμηνείας του (Inwood, 2006: σ. 54-57).
Συνοψίζοντας, ο Χάιντεγκερ δεν πολεμά την προτεραιότητα που απέδιδε η έως τότε εδραιωμένη φιλοσοφική παράδοση στην παρεύρεση και στη θεωρητική αντίληψη και ενατένιση των πραγμάτων, για να την αντικαταστήσει με την πρωτοκαθεδρία της προχειρότητας και της πρακτικής. Το κάνει γιατί υποστηρίζει ότι η θεωρητική ενατένιση συσκοτίζει οντολογικά τους τρόπους δραστηριότητας, παρερμηνεύει τους συσχετισμούς των όντων και παραβλέπει την κοσμικότητα που αποτελεί το κατεξοχήν καθοριστικό στοιχείο του φαινομένου του κόσμου (Mulhall, 1996: σ. 3-4).

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΠΡΩΤΟΓΕΝΗ ΚΕΙΜΕΝΑ
1. Χάιντεγκερ, Μ., (1978), Είναι και Χρόνος, §§ 12-15, εισαγ.-μτφ.-σχόλια Γ. Τζαβάρας, Εκδόσεις Δωδώνη, Αθήνα.

ΜΕΛΕΤΕΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ
1. Βαλλιάνος, Π., (2008), Φιλοσοφία στην Ευρώπη: Νεότερα και Σύγχρονα Φιλοσοφικά Ρεύματα (19ος-20ος Αιώνας), τόμος Γ’, Εκδόσεις ΕΑΠ, Πάτρα.
2. Θανασάς, Π., (2008), Heidegger: Το Είναι, ο Χρόνος, η Ιστορία, στο ‘Φιλοσοφία στην Ευρώπη: Κείμενα Νεώτερης και Σύγχρονης Φιλοσοφίας’, επιμ. Β. Καλδής, Εκδόσεις ΕΑΠ, Πάτρα.
3. Παπαγιώργης, Κ., (1983), Η Οντολογία του Μάρτιν Χάιντεγκερ, Εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα.

ΜΕΛΕΤΕΣ ΞΕΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ
1. Biemel, W., (1993), Χάιντεγκερ, μτφρ. Θ. Λουπασάκης, επιμ. Κ. Καλφόπουλος, Εκδόσεις Πλέθρον, Αθήνα.
2. Inwood, M., (2006), Χάιντεγκερ: Όλα Όσα Πρέπει να Γνωρίζετε, μτφρ. Α. Στ. Αντωνίου, Εκδόσεις Το Βήμα/Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα.
3. Mulhall, S., (1996), Heidegger and Being and Time, Εκδόσεις Routledge, Λονδίνο, [μτφρ. σσ. 39-50 από Γεράσιμο Κακολύρη].

© ΙΖ 2010