Αφιερωμενο στη μνημη του Καθηγητη Ευρωπ. Δικαιου Δρ Χρηστου Κολλοκα που υπηρξε πηγη θετικης επιρροης

Από τον Σεπτέμβριο 2014 ο συντάκτης μετοικεί στη Μ. Βρετανία αρχικά ως υπότροφος ερευνητής του University of Hull και εν συνεχεία ως τακτικός καθηγητής σε Βρετανικα Πανεπιστήμια.
Το παρόν blog ΔΕΝ ανανεώνεται αλλά παραμένει ενεργό για χάρη των φίλων σπουδαστών του ΕΑΠ που μπορεί να βοηθηθούν από τις δημοσιευμένες εργασίες και τις βιβλιογραφικές πηγές στην εκπόνηση των δικών τους εργασιών.


ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Δευτέρα 17 Οκτωβρίου 2011

ΕΠΟ20 (Ευρωπαϊκές Τέχνες) - 11/2010


ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2010


ΘΕΜΑ

 «Η σταδιακή ενδυνάμωση της σημασίας του ατόμου στην κοινωνία της πρώιμης Αναγέννησης στην Ιταλία, σηματοδοτείται από ένα πλήθος αλλαγών τόσο σε κοινωνικό-ιδεολογικό επίπεδο όσο και σε πολιτικό-οικονομικό. Χρησιμοποιώντας ένα παράδειγμα από τον χώρο της Ζωγραφικής, της Αρχιτεκτονικής και της Γλυπτικής, δείξτε διαμέσου συγκρίσεων, τη διάσταση αυτή του προσωπικού στοιχείου στην αναγεννησιακή Τέχνη, σε αντιπαράθεση με τη Γοτθική.
Η κλιμακούμενη, επίσης, απεξάρτηση από τον εναγκαλισμό του θεοκρατικού πνεύματος αντανακλάται στην ανάπτυξη της κοσμικής μουσικής κατά τον 15ο αιώνα στη Γαλλία, αλλά και στην Ιταλία. Με ανάλογο τρόπο, όπως και στις υπόλοιπες Τέχνες, αποδείξτε το γεγονός, περιγράφοντας τις καινούργιες τεχνικές κατακτήσεις της Μουσικής και τη θεματολογία της, μέσα από τη σύντομη περιγραφή τριών παραδειγμάτων.»


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

◦ ΕΙΣΑΓΩΓΗ
◦ Παράγοντες ενδυνάμωσης της ατομικότητας
◦ Η επίδραση των παραγόντων στις τέχνες μέσα από συγκριτικά παραδείγματα
◦ Το πλαίσιο απεξάρτησης της μουσικής από τον θεοκρατικό εναγκαλισμό
◦ Παραδείγματα που πιστοποιούν την απεξάρτηση της μουσικής
◦ ΕΠΙΛΟΓΟΣ
◦ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ


ΕΙΣΑΓΩΓΗ

            Το παρόν θέμα πραγματεύεται την ανάδειξη της ατομικότητας και του ανθρωποκεντρισμού ως δομικό στοιχείο που σημάδεψε τη διαδικασία μετάβασης από την γοτθική στην αναγεννησιακή τέχνη. Επιπλέον το θέμα ασχολείται με την απεξάρτηση της μουσικής του 15ου αι. από την θεοκρατική παράδοση. Οι δύο αυτοί παράμετροι είναι ουσιαστικά αλληλένδετοι καθώς εκφράζουν την ανθρώπινη ανάγκη για απελευθέρωση από τα δεσμά, υπερπήδηση των έως τότε ανθρώπινων ορίων και ενατένιση ενός μέλλοντος όπου τίποτα δεν είναι προεπιλεγμένο ή εκ των άνω επιβεβλημένο.
             Η τοποθέτηση του ανθρώπου στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος ως αποτέλεσμα που υποκινήθηκε από ένα πλήθος ιστορικών, πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών μετεξελίξεων της περιόδου ως τον 15ο αι. απεικονίστηκε στις τέχνες και τη μουσική με τρόπο σαφή και διακριτό. Στόχος της εργασίας είναι πρώτα να περιγράψει το πολιτικο-οικονομικό και κοινωνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο αναπτύχθηκε η τάση αυτή και κατόπιν να εξετάσει το βαθμό επιρροής των τεχνών από αυτή την εξέλιξη.
            Αρχικά λοιπόν θα γίνει παρουσίαση των συνθηκών και παραγόντων που διαμόρφωσαν την πραγματικότητα μέσα στην οποία διαμορφώθηκε μια νέα τεχνοτροπία στην αρχιτεκτονική, την γλυπτική, τη ζωγραφική και τη μουσική. Ακολούθως με τη μέθοδο των συγκριτικών παραδειγμάτων θα γίνει αντιπαραβολή αντιπροσωπευτικών από κάθε περίοδο έργων από την αρχιτεκτονική, την γλυπτική και τη ζωγραφική με σκοπό να φανεί η ανάδειξη της σημασίας του ατόμου καθώς πλησιάζουμε τον 15ο αι. Για την μουσική θα παρατεθούν τρία παραδείγματα υπό χρονολογική και ιστορική εξέλιξη τα οποία επίσης θα αποδεικνύουν τη σταδιακή απαγκίστρωση της μουσικής σύνθεσης από τις μεσαιωνικές θεολογικές νόρμες.
            Εν κατακλείδι, θα γίνει μία σύνοψη του βασικού συμπεράσματος ότι δηλαδή η πορεία της ανθρώπινης νόησης και δυναμικής μέσα από μεταβατικά περάσματα σε νέες κατακτήσεις, αντικατοπτρίζονται με τρόπο σαφή και διακριτό στον τρόπο που ο άνθρωπος εκφράζεται μέσα από τις τέχνες. Ειδικότερα η αυτοπραγμάτωση του αναγεννησιακού ανθρώπου που αποκτά συνείδηση των δυνατοτήτων του και στρέφει το βλέμμα ψηλά χωρίς τον υποτακτικό φόβο του μεσαίωνα, είναι το πρώτο βήμα για τις κατακτήσεις μιας λαμπρής εποχής που έπεται.


ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΕΝΔΥΝΑΜΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΤΟΜΙΚΟΤΗΤΑΣ


Το Γενικό Πλαίσιο            

            Από τον 12ο έως και τον 15ο αι. στην Ευρώπη λαμβάνουν χώρα σημαντικές ανακατατάξεις στην οικονομία, την πολιτική οργάνωση, την κοινωνική ιεράρχηση και την ιδεολογική θεώρηση. Πεδίο εφαρμογής αυτών των αλλαγών αποτελούν οι πόλεις που σταδιακά μετατρέπονται σε ζωντανούς πυρήνες της καλλιτεχνικής δραστηριότητας (Αλμπάνη, 2008, σ.41).
            Οι μαζικές μεταναστεύσεις προς τα αστικά κέντρα χαλαρώνουν τους δεσμούς υποτέλειας και οι πόλεις μετατρέπονται σε κέντρα εμπορίου και συναλλαγών. Η αντικατάσταση της πληρωμής σε είδος με χρηματικά συμβόλαια, εδραιώνει τον εκχρηματισμό της οικονομίας (Γαγανάκης, 1999, σ.33&35). Καθώς εδραιώνονται οι χρηματικές συναλλαγές και αναπτύσσεται η βιοτεχνία καταναλωτικών αγαθών, διευκολύνεται η εμπορική δραστηριότητα και οι επενδύσεις. Οι ανώτερες τάξεις επιδίδονται σε ένα επιτηδευμένο και επιδεικτικό τρόπο ζωής που συνοδεύεται από αυξημένο ενδιαφέρον για τις τέχνες (Nicholas, 2000, σ.219&232-234).
            Το ενδιαφέρον αυτό εκφράζεται με τη μορφή χορηγιών από τους εκπρόσωπους του νέου πλούτου, αστούς, εμπόρους και τραπεζίτες σε ένα ιδιότυπο ανταγωνισμό με την παραδοσιακή αριστοκρατία για την ανέγερση και διακόσμηση εκκλησιών και μεγάρων. Είναι η εποχή που η ατομικότητα αποκτά αξία και αναγνώριση πράγμα που αφορά πλέον και τον ίδιο τον καλλιτέχνη-δημιουργό ο οποίος ξεφεύγει από την ανωνυμία και υπογράφει τα έργα του  (Αλμπάνη, 2008, σ.49-50&72-73).
            Ταυτόχρονα, εντός των πόλεων δημιουργούνται ισχυρές συντεχνιακές συσσωματώσεις, με αιτήματα, προνόμια, δικαίωμα ψήφου και σημαντική επιρροή στη διαμόρφωση των εξελίξεων. Το συντεχνιακό σύστημα συνέβαλε στην πολιτιστική ανάπτυξη αναλαμβάνοντας την ανέγερση και διακόσμηση ναών και μεγάρων (Αλμπάνη, 2008, σ.41).
            Η εξέλιξη των πόλεων αποτελεί βασικό στοιχείο της γενικότερης πολιτιστικής ανάπτυξης, καθώς οι πόλεις αποκτούν ένα βαθμό αυτονομίας και αυτοδιαχείρισης, πολικής και οικονομικής, που αντανακλά την ανάγκη του ανθρώπινου πνεύματος να απεγκλωβιστεί από τα θεοκρατικά δεσμά. Η αυτοδιοίκηση των πόλεων δημιουργεί νέα αξιώματα, νέες κοινωνικές διαβαθμίσεις και ευκαιρίες για τους αστούς να αναδείξουν τις προσωπικές τους δεξιότητες (Γκότσης, 2001, σ.49).


Η Ιταλική ‘Ιδιαιτερότητα’

            Η Ιταλία ειδικότερα, αρχίζει να παρουσιάζει μια σταδιακή διαφοροποίηση από την υπόλοιπη Ευρώπη, ιδιαίτερα εμφανή στις διαφορετικές εκφάνσεις της τέχνης, ως αποτέλεσμα συγκυριών και τοπικών ιδιομορφιών, που την τοποθέτησαν πρώτη στον προθάλαμο της Αναγέννησης.
            Από τον 11ο αι. στην Ιταλία αποκαταστάθηκε η πολιτική σταθερότητα πράγμα που ευνόησε την εμφάνιση των πρώτων ανεξάρτητων πόλεων. Στις Ιταλικές πόλεις-κράτη η συσσώρευση πλούτου από το εμπόριο και τον τραπεζικό τομέα, οδήγησε σε ανάπτυξη της οικοδομικής δραστηριότητας με δημοτικά κτίρια και καθεδρικούς ναούς που παιάνιζαν την αστική ταυτότητα και υπερηφάνεια (Αλμπάνη, 2008, σ.49). Αυτές οι κατεξοχήν εμπορικές πόλεις ανέπτυξαν πλούσια οικονομική και πολιτιστική δράση. Τα αρχιτεκτονικά κτίσματα αν και διατήρησαν την ρομανική τεχνοτροπία για πρώτη φορά παρουσιάζουν ελαφρότητα και πολυχρωμία. Σε συνδυασμό με υπερτοπικά στοιχεία και μιμήσεις ρωμαϊκών κτιρίων διαμορφώνεται ένα ιδιαίτερο ύφος. Στην Τοσκάνη ειδικά αναπτύχτηκαν εκείνα τα κλασσικά μορφολογικά στοιχεία που θα χαρακτηρίσουν στη συνέχεια την αναγεννησιακή αρχιτεκτονική (Αλμπάνη, 2008, σ.38-39).
            Η εδραίωση του παπισμού τον 13ο αι. ως ανεξάρτητη πολιτική οντότητα με ιδιότητες επιδιαιτητή στις κοσμικές διαμάχες, αναδύει την πόλη της Ρώμης από την αφάνεια. Η ισχυροποίηση του Πάπα συνεπάγεται μεγαλύτερη προβολή της πνευματικής και καλλιτεχνικής δραστηριότητας της έδρας του παπισμού ως τον 14ο αι. που η έδρα μεταφέρθηκε στη γαλλική Αβινιόν (Αλμπάνη, 2008, σ.48). Έως τότε, η εκκλησία μέσα στο κατακερματισμένο πολιτικό σκηνικό του μεσαίωνα, αντικαθιστούσε στη συνείδηση του λαού το κοσμικό κράτος. Στην προσπάθεια να χειραφετηθεί από την κοσμική εξουσία ενισχύει τα μοναχικά τάγματα προκειμένου να  δημιουργήσει ένα ‘πνευματικό στρατό’ που να επηρεάζει και να κατευθύνει τη ζωή των πιστών. Ειδικά τα τάγματα Φραγκισκανών και Δομινικανών του 13ου αι. άσκησαν αξιοσημείωτη επίδραση στις τέχνες (Ράπτης, 1999, σ. 87 & 89 και Αλμπάνη, 2008, σ.48-49).
            Στις νέες αστικές κοινωνίες των ιταλικών πόλεων αναγνωρίζεται η ανάγκη για ένα είδος αλήθειας που όπως στα αρχαία κλασσικά κείμενα θα βασίζεται στην επιχειρηματολογία και σε ένα τρόπο σκέψης πιο ‘επιστημονικό’ και ορθολογικό, που έως τότε είχε υποβαθμιστεί από τον εκκλησιαστικό μυστικισμό (Γκότσης, 2001, σ.49-50 και Αλμπάνη, 2008, σ72). Οι επιστημονικές ανακαλύψεις και η παρατήρηση της φύσης και του ανθρώπινου σώματος έδωσαν στους καλλιτέχνες νέα εφόδια. Η ανακάλυψη της τυπογραφίας έκανε εφικτή τη διάδοση της γνώσης. Η ανακάλυψη νέων χωρών αύξησε τον πλούτο και χάρισε υπερηφάνεια και σιγουριά. Όλα αυτά έφεραν τον άνθρωπο και τις δυνάμεις του στο επίκεντρο του κόσμου. Ο ανθρωποκεντρισμός σχηματοποιήθηκε στην αρχιτεκτονική, την προσωπογραφία και άλλες καλλιτεχνικές εκφάνσεις. Αυτός ο ‘ουμανισμός’ εκφράστηκε με την αναβίωση των κλασσικών γραμμάτων και καλλιτεχνικών προτύπων (Αλμπάνη, 2008, σ.73).

Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΓΟΝΤΩΝ ΣΤΙΣ ΤΕΧΝΕΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ

            Η ιδέα της αναβίωσης-αναγέννησης ήταν πάντα στην ιδιοσυγκρασία των Ιταλών που ενδόμυχα αποζητούσαν την ανασύσταση του ρωμαϊκού μεγαλείου. Επειδή μάλιστα θεωρούσαν τους Γότθους υπεύθυνους για την πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ονόμασαν την τέχνη του μεσαίωνα γοτθική δηλαδή βάρβαρη και θεώρησαν πως ρόλος τους ήταν να αναστήσουν το ένδοξο παρελθόν. Ειδικά στην πόλη της Φλωρεντίας αυτή η ελπίδα και προσμονή ήταν ιδιαίτερα έντονη και από εκεί μια ομάδα καλλιτεχνών αποφάσισε να χαράξει καινούργια μονοπάτια στις τέχνες αποτινάζοντας τις ιδέες του παρελθόντος (Gombrich, 1998, σ.223-224).


Το ‘νέο’ και το ‘παλιό’ στην Αρχιτεκτονική

            Ο Φίλιππο Μπρουνελέσκι αποτελεί μια ηγετική φυσιογνωμία της πρώιμης αναγεννησιακής αρχιτεκτονικής που ήρθε σε σύγκρουση με το γοτθικό παρελθόν επιδιώκοντας ένα νέο τρόπο δόμησης. Βασιζόμενος σε κλασσικού τύπου φόρμες (κολόνες, αετώματα κλπ) διαμόρφωσε μια νέα κατασκευαστική αρμονία και ομορφιά. Στο παρεκκλήσι της οικογένειας Πάτσι που έχτισε το 1430 στη Φλωρεντία, ο αρχιτέκτονας ταιριάζει κίονες, πεσσούς και αψίδες με τρόπο τέτοιο που να παράγεται μια πρωτόγνωρη αίσθηση ελαφρότητας και χάρης (Gombrich, 1998, σ.224). Είναι ευδιάκριτη η υπεροχή του οριζόντιου άξονα καθώς και μιας συμμετρίας των όγκων εσωτερικά και εξωτερικά τόσο στα παράθυρα όσο και στις πόρτες. Είναι επίσης χαρακτηριστικός ο τρούλος με το φανό στην κορυφή ως αναγεννησιακή καινοτομία (Αλμπάνη, 2008, σ.77).
            Το πλαίσιο της εισόδου με το αέτωμα παραπέμπει σε αρχαίο κτίριο ενώ ειδικά στο εσωτερικό τα γοτθικά στοιχεία είναι αόρατα καθώς λείπουν τα ψηλά παράθυρα και οι λεπτοί κίονες. Οι τοίχοι χωρίζονται με πεσσούς που όμως δεν έχουν πρακτική αλλά μόνο αισθητική αξία, ως μέτρο των αναλογιών και του σχήματος του εσωτερικού χώρου (Gombrich, 1998, σ.225).
            Το προσωπικό στοιχείο έγκειται στις αναλογίες των μεγεθών που είναι πιο ανθρώπινες. Δεν έχουμε την επιβλητικότητα του ύψους και του μεγέθους και ο ναός δεν επιβάλει την μυστηριακότητά του στον πιστό. Αντίθετα έχουμε ένα αίσθημα οικειότητας και ‘λαϊκότητας’ που προκαλεί στον πιστό την διάθεση να κάνει ‘χρήση’ του ναού για την ψυχική του τόνωση. Ο άνθρωπος οικειοποιείται τον χώρο και η εκκλησία γίνεται έτσι ο ‘δικός’ του ναός, δεν χάνεται μέσα στην αχανή έκταση ούτε νιώθει μικρός και ασήμαντος μπροστά στη Θεία χάρη.
            Η θεμελιώδης αντίθεση είναι ευδιάκριτη αν προχωρήσουμε σε σύγκριση με ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα γοτθικής αρχιτεκτονικής όπως αυτό του Sainte Chapelle στο Παρίσι. Θεωρείται από τα ιστορικότερα γαλλικά μνημεία. Πρόκειται για ανακτορικό παρεκκλήσι που στέγασε ιερά λείψανα στα μέσα του 13ου αι. Χαρακτηρίζεται από υπέροχα βιτρό μεγάλου μεγέθους που αντικαθιστούν τους τοίχους του πάνω ορόφου (Αλμπάνη, 2008, σ.43-44).
            Το εσωτερικό είναι επιβλητικό με πανύψηλο θόλο και πολλούς λεπτούς κίονες που δικτυώνονται σε πλέγμα διατρέχοντας τις επιφάνειες και περικλείοντας τα πανύψηλα παράθυρα. Ο επισκέπτης νιώθει να εκμηδενίζεται ως κάτι μικρό και ασήμαντο μπροστά στο μεγαλείο και ξεχνά ότι βρίσκεται μέσα σε ένα ανθρώπινο κατασκεύασμα. Νιώθει σαν να βρίσκεται σε ένα μεγαλειώδες όραμα με άπλετο φως, χρώματα και λάμψεις αντάξιο της ουράνιας δόξας. Μιας δόξας όμως που μπορεί να δει και να αντιληφθεί αλλά όχι να νιώσει, του επιδεικνύεται σαν εξ αποστάσεως θέαμα διαθέσιμο για θαυμασμό αλλά όχι για διάδραση και συμμετοχή. Ο άνθρωπος δεν νιώθει αυτόνομη δυναμική οντότητα αλλά μικρό ψήγμα ταπεινοφροσύνης προσγειωμένος στο έδαφος ενώ όλα γύρω του αιωρούνται προς τα πάνω.


Το ‘νέο’ και το ‘παλιό’ στη Γλυπτική

            Η γλυπτική γνώρισε μεγάλη διάδοση στην πρώιμη αναγέννηση και το κύριο χαρακτηριστικό της ήταν η τάση των καλλιτεχνών να απεικονίζουν τις μορφές με πιστότητα και αντικειμενικότητα σχεδόν νατουραλιστική. Παρόλο που οι καλλιτέχνες της γοτθικής σχολής έδωσαν σημασία στη ρεαλιστική απόδοση των φυτών, των ζώων και των ανθρώπων, η μεσαιωνική τέχνη, συνέχιζε να δίνει έμφαση στο αφηρημένο σχέδιο. Αντίθετα οι Ιταλοί της πρώιμης αναγέννησης μέσα από την μελέτη των αρχαίων γλυπτών και χρησιμοποιώντας τις γεωμετρικές αρχές της προοπτικής έφτιαξαν έργα σχεδόν νατουραλιστικά με πλούτο εκφράσεων και φυσικότητα στις αναλογίες (Αλμπάνη, 2008, σ.81 και Burns, 1983, σ.56).
            Ο Ντονατέλο υπήρξε ο μεγαλύτερος γλύπτης του 15ου αι. μέλος του κύκλου του Μρουνελέσκι από τον οποίο διδάχτηκε τους κανόνες της προοπτικής. Το έργο του χαρακτηρίζεται από πρωτοτυπία, φαντασία και πειραματισμό και τα βασικά στοιχεία που το διακρίνουν είναι η φυσικότητα της ανθρώπινης μορφής, η προοπτική του χώρου και η αρχαϊζουσα απόδοση των θεμάτων (Αλμπάνη, 2008, σ.85). Ο Άγιος Γεώργιος που λαξεύτηκε κατά παραγγελία της συντεχνίας των οπλουργών της Φλωρεντίας αποτελεί χαρακτηριστικό υπόδειγμα έργου.
            Ο Ντονατέλλο τοποθετεί τον Άγιο Γεώργιο σε μια στερεή και ακλόνητη βάση σε στάση που αποπνέει αποφασιστικότητα και σιγουριά. Ο Άγιος κοιτά με βλέμμα έντονο συγκεντρωμένο και ενεργό, έτοιμος να κρίνει και να δράσει κατάλληλα. Το σώμα είναι ευθυτενές και σε εγρήγορση, η γροθιά σφιγμένη και δυναμική, η ασπίδα σε θέση ετοιμότητας. Ένας άγρυπνος φρουρός που παρατηρεί και συνάμα προειδοποιεί με το ύφος του τον εχθρό. Ο Άγιος Γεώργιος του Ντονατέλλο θα μπορούσε στην σημερινή εποχή να αποτελούσε Προστάτη Άγιο των Σωμάτων Ασφαλείας.
            Άλλο χαρακτηριστικό του αγάλματος είναι ότι παρουσιάζει μια νεανική μορφή γεμάτη ενεργητικότητα, σχεδόν αυθάδεια και όχι μια σεβάσμια ηλικιακά και εκφραστικά μορφή. Η ετοιμότητα για κίνηση και ενέργεια δεν μειώνει καθόλου την σταθερότητα των ποδιών στο έδαφος, ενώ η έκφραση στο πρόσωπο και το μέτωπο παραπέμπει σε γνώση και μελέτη του ανθρώπινου σώματος (Gombrich, 1998, σ.230). Είναι τέλος σαφές ότι ο δημιουργός δεν στοχεύει σε μια ευχάριστη αναπαράσταση του Αγίου αλλά σε μια δυναμική παρουσίαση του προτύπου του πολεμιστή, σύμφωνα με τις επιθυμίες προφανώς της συντεχνίας οπλουργών που το παρήγγειλε.
            Σε αντίθεση με τον Ντιονατέλλο, τα γοτθικά αγάλματα της Βόρειας Πύλης του καθεδρικού ναού της Σαρτρ, αιωρούνται στη σειρά επιβλητικά μεν αλλά πράα και υπερκόσμια γαλήνια. Οι απεικονίσεις των θρησκευτικών προσώπων είναι εκλεπτυσμένες αλλά συνάμα και ουδέτερες χωρίς εκφραστική δύναμη. Οι πτυχώσεις των ενδυμάτων χρησιμοποιούνται για να διαγράψουν τις λεπτομέρειες του σώματος ενώ οι χαρακτηριστικές διαφοροποιήσεις των αντικειμένων που κρατούν είναι συμβολικά αναγνωριστικές της ταυτότητας των απεικονιζόμενων προσώπων (Gombrich, 1998, σ.190).
            Ενώ λοιπόν η χάραξη των προσώπων δεν είναι υποδηλωτική της διαφοροποίησης, τα συνοδευτικά χαρακτηριστικά είναι που εξατομικεύουν τους χαρακτήρες. Όμως η αρμονική συνύπαρξή τους σαν ένα κομμάτι ψηφιδωτού που συνθέτουν μια μεγαλύτερη εικόνα, παραπέμπει στην συλλογικότητα παρά στην ατομικότητα. Το μήνυμα προς τον πιστό είναι να στοχάζεται ως εν συνόλω τη θέση του στο εκκλησίασμα, ως μέρος ενός όλου, ως γρανάζι μιας μηχανής (εκκλησία) με κοινό στόχο την σωτηρία, και όχι ως αυθύπαρκτη οντότητα αποκομμένη και ανεξάρτητη.


Το ‘νέο’ και το ‘παλιό’ στη Ζωγραφική

            Οι αναγεννησιακές καινοτομίες με αποκορύφωμα την τελειοποίηση της προοπτικής, βρήκαν εφαρμογή και στη ζωγραφική. Χαρακτηριστικό έργο αποτελεί η Αγία Τριάδα του Μαζάτσιο. Μια πρώτη καινοτομία του έργου είναι ότι τοποθετήθηκε στο ναό Santa Maria Novella της Φλωρεντίας απεικονίζοντας στο βάθος έναν άλλο παρεκκλήσι εμφανώς ‘χτισμένο’ υπό την τεχνοτροπία του Μπρουνελέσκι. Επιπλέον οι μορφές είναι βαριές και ογκώδεις χωρίς γωνίες και καμπύλες, σχεδόν άκαμπτες ενώ σε πρώτο επίπεδο απεικονίζεται ένα μνήμα με ένα σκελετό, σαφώς όχι μια ευχάριστη και ανάλαφρη γοτθική λεπτομέρεια (Gombrich, 1998, σ.229).
            Υπάρχει απλότητα, στερεότητα και μια ιδιαίτερη ειλικρίνεια συναισθημάτων στο έργο σχεδόν σαν κι αυτή που διαφαίνεται στα μάτια της Παναγίας. Ο φωτισμός του έργου επίσης ενώ είναι απροσδιόριστος ως προς την πηγή του φωτός προσφέρει μια διαύγεια εικόνας που παραπέμπει στη διαύγεια του πνεύματος. Η χειρονομία της Παναγίας είναι η μοναδική έκδηλη κίνηση στο έργο όμως είναι αρκετή για να προσδώσει μια επιβλητική εντύπωση. Η παραστατικότητα των μορφών τις κάνει σχεδόν αληθινές, χειροπιαστές και προδιαθέτει τον πιστό να απλώσει το χέρι για να νιώσει ότι συμμετάσχει στα δρώμενα της σκηνής. Η συμμετοχή των ‘χορηγών’ του έργου (προφανώς κατόπιν παραγγελίας τους) εξανθρωπίζει τη σκηνή. Δίπλα στις αναμενόμενες θείες μορφές, η ανθρώπινη παρουσία έστω και σιωπηρή και άκαμπτη υπενθυμίζει ότι η συμμετοχή στην Εκκλησία αποτελεί συνειδησιακή επιλογή και όχι εκ των άνωθεν επιβαλλόμενο αυτοσκοπό.
            Η αντίθεση με τη γοτθική τεχνοτροπία είναι εμφανής εάν αναλογιστούμε τα χαρακτηριστικά της εικόνας από το Ψαλτήριο της Βασίλισσας Μαίρης αγνώστου δημιουργού. Η εικόνα περιέχει πολλές ευχάριστες λεπτομέρειες που δίνουν μια χαριτωμένη αίσθηση στον αναγνώστη. Οι εκφράσεις των παρευρισκόμενων απέναντι στο Χριστό δείχνουν δέος εκφραζόμενο με τυποποιημένες χειρονομίες. Η εικόνα αυτή ουσιαστικά είναι μια ιστορία χωρίς λέξεις στην οποία υπονοούνται μια σειρά από ενέργειες και δραστηριότητες αφηγηματικού τύπου. Οι γονείς του Χριστού εισέρχονται στην αίθουσα και απορούν. Ο Χριστός κάνει την χαρακτηριστική χειρονομία των δασκάλων του μεσαίωνα για να φανεί ότι ουσιαστικά κατηχεί το κοινό (Gombrich, 1998, σ.211).
            Όμως το μέγεθος του Χριστού είναι αταίριαστο και οι αποστάσεις των μορφών συγκεχυμένες. Τα πρόσωπα είναι αδρά χωρίς ιδιαίτερα χαρακτηριστικά με σχεδόν ίδια όψη, φρύδια, μαλλιά, γένια, χείλια. Η ‘αφήγηση’ της σκηνής είναι συμβολική και σκοπός της απεικόνισης είναι να περάσει ένα μήνυμα και μια διδαχή και όχι να αναπαραστήσει ρεαλιστικά αλλά να συμπυκνώσει το νόημα και το κυρίαρχου συναίσθημα της εικόνας.  Τέλος οι θερμές χρωματικές αποχρώσεις του κόκκινου χρώματος ενισχύουν το συναίσθημα του αναγνώστη.
            Έχοντας παραθέσει συγκριτικά παραδείγματα τεχνοτροπίας για ζωγραφική, γλυπτική και αρχιτεκτονική, μπορούμε να διαπιστώσουμε και ένα ακόμα στοιχείο που επιτείνει την εκδήλωση της ατομικότητας στην αναγεννησιακή τέχνη. Οι δημιουργοί της ύστερης περιόδου είναι όλοι επώνυμοι, καταξιωμένοι και αναγνωρίσιμοι καλλιτέχνες ενώ τα περισσότερα γοτθικού τύπου δημιουργήματα στέκουν ανυπόγραφα με τους δημιουργούς τους χαμένους μέσα στην αφάνεια που συνεπάγεται η ομογενοποίηση και ο υποβιβασμός των προσωπικών ιδιαιτεροτήτων που κυριάρχησαν στον πρώιμο και μέσο μεσαίωνα.

ΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΑΠΕΞΑΡΤΗΣΗΣ ΤΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΕΟΚΡΑΤΙΚΟ ΕΝΑΓΚΑΛΙΣΜΟ

            Η πρώτη κοσμική μορφή μουσικής τουλάχιστον στη θεματολογία της ήταν αυτή των περιπλανώμενων τροβαδούρων. Πρόκειται για μια λυρική φόρμα με στίχους που υμνούν τον έρωτα και την ιστορία, που διαφοροποιήθηκε από το γρηγοριανό μέλος. Τα πρώτα έντεχνα πολυφωνικά έργα ήταν τα οργκάνουμ όπου μια δεύτερη φωνή τοποθετούνταν πάνω ή κάτω από την πρώτη σε παράλληλη κίνηση και διαστήματα. Η βασική φωνή στο οργκάνουμ ονομαζόταν cantus firmous ή τενόρ και η υψηλότερη discantus. Η εξέλιξη του μελισματικού οργκανουμ με χρήση σύντομων κειμένων είναι το μοτέτο. Τον 13ο αι. το μοτέτο άλλαξε μορφή και ενώ η βασική φωνή εκκλησιαστικού μέλους διατηρήθηκε οι υπόλοιπες φωνές απέκτησαν κοσμικό χαρακτήρα (Μάμαλης, 2008, σ.30&33-34). Η γέννηση της πολυφωνίας οδηγεί στην μετρική κανονικότητα και στη λεπτομερή σημειογραφία. πράγμα που αποτελεί ταφόπλακα για την εποχή της ανώνυμης δημιουργίας (Machlis, 1996, σ.74).
            Η αναγέννηση δεν υπήρξε μια απότομη υπερπήδηση από μια πρότερη ‘σκοτεινή’ κατάσταση σε μία επόμενη ιδανικά φωτισμένη. Αντίθετα, η αναγέννηση αποτελεί μια σταδιακή διεργασία αναβίωσης των γραμμάτων και τεχνών της κλασσικής περιόδου που ξεκίνησε τον μεσαίωνα και στην οποία συμμετείχαν οι υφιστάμενοι θεσμοί (εκκλησία, μονάρχες, πανεπιστήμια) (Machlis, 1996, σ.90). Στα πλαίσια της αναγεννησιακής τάσης για αναμόρφωση στη βάση των αρχαιοελληνικών προτύπων, ο άνθρωπος επανήλθε στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος σε αντίθεση με τις μεσαιωνικές άυλες αξίες. Αυτό είναι κάτι που συνέβη και στην αναγεννησιακή μουσική που πλέον δεν αποσκοπεί απλώς στο να γίνεται αποδεκτή από το κοινό αλλά να βιώνεται από αυτό και από τους δημιουργούς της σε όλο το φάσμα των αναγκών, εννοιών και σχέσεων της (Μάμαλης, 2008, σ.46&48). Οι καλλιτέχνες εν γένει στράφηκαν στο κοσμικό στοιχείο επιδιώκοντας να παράγουν έργα βιωματικώς αρεστά από το κοινό και όχι απλά να εξυμνήσουν τον Θεό. Η εφεύρεση της τυπογραφίας βοήθησε στη διάδοση αυτών των ιδεών και μετέβαλε τον μουσικό πολιτισμό με την εκτύπωση έργων και μουσικών μελετών (Μάμαλης, 2008, σ.49).
            Στα τέλη του 13ου αιώνα στη Γαλλία ξεκίνησαν νέες μουσικές τεχνοτροπίες. Αυτή η μεταβολή που οδήγησε στη σταδιακή απελευθέρωση του καλλιτέχνη από τις ανησυχίες της εκκλησίας, ονομάστηκε Ars Nova (Νέα Τέχνη), ώστε να αντιδιαστέλλεται με την Παλαιά Τέχνη (Ars Antiqua) της γοτθικής περιόδου. Μια πρώτη διαφορά τους είναι η διαφορετική θεματολογία. Στην Ars Nova το ενδιαφέρον εστιάζεται σε κοσμικά και όχι σε θρησκευτικά θέματα. Επίσης, η διαφοροποίηση τους αφορά μεταβολές στο ρυθμό, στο μέτρο, στην αρμονία και στην αντίστιξη. Κυριότερη μορφή αυτού του ρεύματος ήταν ο Γάλλος συνθέτης και ποιητής Γκυγιόμ ντε Μασό με το έργο του οπίου το κοσμικό μοτέτο ωριμάζει, αποκτώντας μεγαλύτερη ρυθμική ποικιλία και ευελιξία (Μάμαλης, 2008. Σ.37 και Machlis, 1996, σ83).
            Ο 15ος αι. υπήρξε μια χρυσή εποχή για την γαλλική μουσική. Η ανάπτυξη εμπορικών δρόμων και συναλλαγών, διασυνδέσεων και διπλωματικών επαφών ενισχύουν ένα δίκτυο ανεξαρτητοποιημένων από την εκκλησία μουσικών που μετακινούνται ανά την Ευρώπη τη στιγμή που ισχυροί αριστοκράτες συντηρούν δικές τους χορωδίες. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον παρατηρείται άνθηση της κοσμικής μουσικής (Μάμαλης, 2008, σ.46-47).
            Επίτευγμα αυτής της περιόδου αποτελεί η Γαλλοφλαμανδική Σχολή που ωθεί στο έπακρο την ανάπτυξη της πολυφωνίας. Η σχολή επιδόθηκε σε συνθέσεις μουσικών έργων τεσσάρων τύπων: λειτουργιών, λατινικών μοτέτων, magnificat και κοσμικών σανσόν. Οι Ντιφέ, Φοντέν, Μόρτον, Όκεγκεμ, Ντε Πρε ξεχωρίζουν ως δημιουργοί αυτής της σχολής. Ο Ντιφέ συνδύασε τη γαλλική παράδοση με ιταλικά και αγγλικά στοιχεία. Η λαϊκή μελωδία ‘κάντους φίρμους’ αποτελεί τεχνοτροπία που δεν υπακούει σε θρησκευτικές επιταγές αλλά σε μουσικές τεχνικές ανάγκες (Μάμαλης, 2008, σ.47-48).


ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΠΟΥ ΠΙΣΤΟΠΟΙΟΥΝ ΤΗΝ ΑΠΕΞΑΡΤΗΣΗ ΤΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ

            Στο μοτέτο Βοήθεια! Φωτιά-Αλίμονο-Υπάκουος του Machaut, ακούγονται ταυτόχρονα τρεις ξεχωριστές φωνές με διαφορετικά κείμενα (τα 2 με κοσμικό περιεχόμενο). Η υψηλότερη φωνή (triplum), τραγουδάει ένα ποίημα για τον πόνο του εραστή και η μεσαία φωνή (duplum), ένα άλλο ποίημα με παρόμοιο θέμα, ενώ η χαμηλότερη, η θεμέλια φωνή, του τενόρου κρατάει τις νότες μεγάλης αξίας, με ένα μονωδικό άσμα που αναφέρεται στον Χριστό με επιλεγμένα κείμενα. Ττο ζητούμενο είναι ο ακροατής να παρακολουθήσει τη γενική ιδέα παρά τις λέξεις. Σημαντικό στοιχείο είναι ότι οι νότες του τενόρου διατάσσονται σύμφωνα με ένα ρυθμικό σχήμα που επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά, με αποτέλεσμα η όλη σύνθεση να προσδιορίζεται. Πρόκειται για τη χαριστική βολή στη θεολογική οικειοποίηση της μουσικής και στη χρονική ομοιογένεια (Μάμαλης, 2008, σ.39 και Mαchlis, 1996. σ.83-84).
           Ο Ζοσκέν ντε Πρε αποτελεί κεντρική μορφή της Γαλλοφλαμανδικής Σχολής καθώς είναι υπεύθυνος για τα φωνητικά έργα σανσόν που αποτέλεσαν σταθμό στην καθιέρωση της πολυφωνίας στην αναγέννηση. Ανέδειξε την κοσμική φόρμα του σανσόν, αντιπροσωπευτικό δείγμα του οποίου αποτελεί το ‘Φιλήστε με’. Με αυτό φτάνει στην κορύφωση της τεχνοτροπίας του με όπου η εξαφωνία οδηγεί στην συνύπαρξη τριών κανόνων με λιτό ύφος. Ο Ζοσκέν έδωσε νέα ώθηση στην κοσμική μουσική του 15ου αιώνα και θεώρησε ότι στίχοι και μουσική πρέπει να συνδέονται στενά ξεπερνώντας την άποψη ότι η μουσική έκφραση είναι επιφανειακή σε σχέση με το κείμενο. Επιχείρησε λοιπόν νέες εκφραστικές συνθέσεις όπου το κοσμικό εισέρχεται στο χώρο του θρησκευτικό και αντίστροφα, είτε με εμφύτευση πολυφωνίας στην κοσμική σύνθεση είτε με εισαγωγή κοσμικής τεχνοτροπίας και έκφρασης στην θρησκευτική μουσική (Μάμαλης, 2008, σ.51).
            Ο Γιοχάνες Όκεγκεμ, μέλος της Γαλλοφλαμανδικής Σχολής, υπήρξε φημισμένος τεχνίτης της αντίστιξης και χαρακτηρίστηκε από αρχιτεκτονική και μελωδική ελευθερία. Εφάρμοζε την τεχνοτροπία του διπλού κανόνα όπου μεταβάλλοντας τις χρονικές αξίες των δύο φωνών, κατάφερε να δημιουργήσει ένα ύφος από το οποίο έλειπε σε ορισμένες περιπτώσεις το cantus firmus (Μάμαλης, 2008, σ.49-50). Παράλληλα με την ενασχόλησή του με θρησκευτικές φόρμες, υπήρξε συνθέτης κοσμικών έργων, όπως η εκλαϊκευμένη καντσόνα ‘Την Άλλη Χρονιά’. Στο συγκεκριμένο έργο έχουμε μια καθαρά κοσμική θεματολογία όμοια με αυτή των τροβαδούρων: ένας πληγωμένος εραστής αφηγείται τον ανεκπλήρωτο έρωτα που τον οδήγησε στην καταστροφή.


ΕΠΙΛΟΓΟΣ

            Από την ανάλυση που σχηματοποιήθηκε παραπάνω, διαπιστώσαμε ότι η μετεξέλιξη των κοινωνικών, οικονομικών και άλλων συνθηκών που έλαβε χώρα κατά την εξεταζόμενη περίοδο, υποκίνησε μια σταδιακή αλλά βαθιά ιδεολογική μεταβολή. Ο άνθρωπος αποκτά συνείδηση της δύναμής του και της σημασίας της ατομικότητας για την προσωπική εξέλιξη του. Η εκκλησία χωρίς να χάνει τη δύναμη και τον παρεμβατικό της ρόλο στα μεγάλα ζητήματα, οπισθοχωρεί αφήνοντας ελεύθερο πεδίο στην ανθρώπινη δημιουργικότητα. Οι τέχνες αποτελούν καίριο τομέα έκφρασης και εξωτερίκευσης αυτού του προσανατολισμού.
            Μέσα από μια ‘περιπλάνηση’ στα διαφορετικά ρεύματα, τεχνοτροπίες και προσωπικές εκφράσεις των πετυχημένων δημιουργών της περιόδου, διαπιστώνουμε σε κάθε ευκαιρία την ‘ουμανιστική’ ανάγκη για ελευθερία έκφρασης και απεξάρτηση από νόρμες και προδιαγραφές θεοκρατικής σύλληψης. Ακόμα και στις περιπτώσεις που η θεματολογία, τα μοτίβα και το πλαίσιο παραπέμπουν σε θεολογικές εκφραστικές επιλογές, τα ‘ηχηρά’ στοιχεία ανθρωποκεντρικής προσέγγισης κάνουν αισθητή την παρουσία τους. Αυτό είναι κάτι εμφανές τόσο στην αρχιτεκτονική, τη γλυπτική και τη ζωγραφική, όσο και στη μουσική της περιόδου.
            Το σημαντικότερο για την ιστορική εξέλιξη, είναι ότι ο ανθρώπινος βηματισμός από τεχνοτροπία σε τεχνοτροπία και από εποχή σε εποχή, ακουμπά στο πρόπλασμα εδραιωμένης γνώσης και κατάκτησης που έχει προηγηθεί. και διαμορφώνεται στην τελική του μορφή μέσα από την αλληλεπίδραση των ευρύτερων πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών συνθηκών που επικρατούν.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

·  ΑΛΜΠΑΝΗ, Τ. και ΚΑΣΙΜΑΤΗ, Μ. (2008), Εικαστικές Τέχνες στην Ευρώπη από το Μεσαίωνα ως τον 18ο Αιώνα, Β’ Έκδοση, Πάτρα, Εκδόσεις ΕΑΠ.
· BURNS, E. (1983), Ευρωπαϊκή Ιστορία, Τόμος Α’, Θεσσαλονίκη, Εκδόσεις Παρατηρητής.
· ΓΑΓΑΝΑΚΗΣ, Κ. (1999), Κοινωνική και Οικονομική Ιστορία της Ευρώπης, Πάτρα, Εκδόσεις ΕΑΠ.
·  ΓΚΟΤΣΗΣ, Γ. και ΣΥΡΙΑΤΟΥ, Α. (2001), Δύο Θεσμοί Διαμορφωτές του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού – Εγχειρίδιο Μελέτης, Πάτρα, Εκδόσεις ΕΑΠ.
· GOMBRICH, E. H. (1998), Το Χρονικό της Τέχνης, Μετάφραση Λ. Κάσδαγλη, Αθήνα, Εκδόσεις ΜΙΕΤ.
· MACHLIS, J. και FORNEY, K. (1996), Η Απόλαυση της Μουσικής: Εισαγωγή στην Ιστορία-Μορφολογία της Δυτικής Μουσικής, Αθήνα, Εκδόσεις Fagotto.
· ΜΑΜΑΛΗΣ, Ν. (2008), Η Μουσική στην Ευρώπη, Β’ Έκδοση, Πάτρα, Εκδόσεις ΕΑΠ.
·   NICHOLAS, D. (2000), Η Εξέλιξη του Μεσαιωνικού Κόσμου, Αθήνα, Εκδόσεις ΜΙΕΤ. Διαθέσιμο στην ηλεκτρονική διεύθυνση: http://www.scribd.com/doc/11651376/David-Nicholas-The-Evolution-of-the-Medieval-World (Σημ.: η αρίθμηση των σελίδων που παραπέμπονται διαφέρει από την αρίθμηση της έντυπης έκδοσης)
· ΡΑΠΤΗΣ, Κ. (1999), Γενική Ιστορία της Ευρώπης από τον 6ο έως τον 18ο Αιώνα, Τόμος Α’, Πάτρα, Εκδόσεις ΕΑΠ.


Για τις φωτογραφίες χρησιμοποιήθηκαν οι σύνδεσμοι :

· http://www.greatbuildings.com/buildings/Pazzi_Chapel.html

© ΙZ 2010