Αφιερωμενο στη μνημη του Καθηγητη Ευρωπ. Δικαιου Δρ Χρηστου Κολλοκα που υπηρξε πηγη θετικης επιρροης

Από τον Σεπτέμβριο 2014 ο συντάκτης μετοικεί στη Μ. Βρετανία αρχικά ως υπότροφος ερευνητής του University of Hull και εν συνεχεία ως τακτικός καθηγητής σε Βρετανικα Πανεπιστήμια.
Το παρόν blog ΔΕΝ ανανεώνεται αλλά παραμένει ενεργό για χάρη των φίλων σπουδαστών του ΕΑΠ που μπορεί να βοηθηθούν από τις δημοσιευμένες εργασίες και τις βιβλιογραφικές πηγές στην εκπόνηση των δικών τους εργασιών.


ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Παρασκευή 6 Ιανουαρίου 2012

ΕΠΟ32 (Θεσμοί Ευρωπαϊκού Πολιτισμού) - 2/2011


ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2011

ΘΕΜΑ
 «Η προτεσταντική θεώρηση της ζωής ευνόησε τον επαγγελματισμό και την εξειδίκευση στην εκπαίδευση. Συνέτεινε ώστε να εγκαθιδρυθεί ένα σχολικό σύστημα με πρακτικό περιεχόμενο, προσανατολισμένο στην υποχρεωτική και καθολική γενική εκπαίδευση.
Να περιγράψετε και να αναλύσετε τους λόγους (οικονομικούς, κοινωνικούς, πολιτικούς, επιστημονικούς, ιδεολογικούς) που οδήγησαν σε αυτή την εξέλιξη, καθώς και τα διαδοχικά στάδιά της.»

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
◦ ΕΙΣΑΓΩΓΗ 
◦ Το ιστορικό πλαίσιο των αλλαγών – Παράγοντες εξέλιξης
◦ Στάδια εξέλιξης του εκπαιδευτικού συστήματος     
    -Ουμανισμός          
    -Ουμανιστική παιδαγωγική
    -Λουθηρανισμός    
    -Λουθηρανική παιδαγωγική
    -Ρεαλισμός 
    -Ρεαλιστική παιδαγωγική   
    -Ευσεβισμός
    -Η εκπαιδευτική θεωρία του Τζον Λοκ     
◦ ΕΠΙΛΟΓΟΣ            
◦ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
           
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
            Το θέμα πραγματεύεται τις μεταβολές που συντελέστηκαν στο εκπαιδευτικό σύστημα κατά την μετα-μεσαιωνική περίοδο και συγκεκριμένα από την εποχή της Αναγέννησης έως πριν το Διαφωτισμό. Επίκεντρο αυτής της σταδιακής αναμόρφωσης αποτέλεσε η προτεσταντική μεταρρύθμιση, που έθεσε μια νέα θεώρηση για τη ζωή και τη θέση του ανθρώπου στον κόσμο και έναντι του Θεού. Στόχος της εργασίας είναι να εξεταστούν και να παρουσιαστούν κατάλληλα, οι συνθήκες και οι παράγοντες που οδήγησαν στην αναμόρφωση των εκπαιδευτικών προγραμμάτων, κατά τα διάφορα στάδια της εξέλιξης της εκπαιδευτικής λειτουργίας.
            Αρχικά θα παρουσιαστεί και θα σχηματοποιηθεί εν συνόλω το πλαίσιο ιστορικών, κοινωνικών, πολιτικών και λοιπών εξελίξεων που διαμόρφωσαν τα όρια της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης. Ακολούθως θα γίνει μια διεξοδική ανάλυση των σταδίων της εξέλιξης, στη βάση των μεταρρυθμιστικών κινημάτων που αναπτύχθηκαν διαχρονικά την μετα-μεσαιωνική περίοδο. Με αφετηρία τον Ουμανισμό και δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην Προτεσταντική παιδαγωγική θα παρουσιαστούν ακόμα οι εκπαιδευτικές θεωρήσεις του Ρεαλισμού, του Ευσεβισμού και του Τζον Λοκ.
            Εν κατακλείδι, θα συνοψιστεί το βασικό συμπέρασμα ότι η εξέλιξη της εκπαίδευσης επηρεάστηκε και διαμορφώθηκε με βάση τις διαρκώς μεταβαλλόμενες ανάγκες της ευρωπαϊκής κοινωνίας. Η Ευρώπη αποτινάσσοντας τον εκκλησιαστικό έλεγχο, μαζικοποιώντας τις εκπαιδευτικές ευκαιρίες και προσαρμόζοντας τα προγράμματα σπουδών στις επαγγελματικές ανάγκες, έκανε ένα πρώτο βήμα πρόσδεσης της ανάπτυξής της, στις απαιτήσεις των οικονομικο-κοινωνικών συστημάτων που επικρατούν έως τις μέρες μας.   

ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΩΝ ΑΛΛΑΓΩΝ - ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΕΞΕΛΙΞΗΣ
            Η εποχή που ακολούθησε το μεσαίωνα χαρακτηρίζεται από πλήθος αλλαγών και εξελίξεων, που σηματοδοτούν τη ριζική αλλαγή του δυτικού κόσμου. Από τον 14ο αι. οι πόλεις ενισχύονται πληθυσμιακά και ακμάζουν ως κέντρα διοικητικής οργάνωσης (κρατική εξουσία) και πυρήνες οικονομικής (συναλλαγές) και πνευματικής δημιουργίας (πανεπιστήμια). Τα αστικά επαγγέλματα, το εμπόριο και η βιοτεχνία αυξάνονται θεαματικά, λόγω της αυξημένης κατανάλωσης προϊόντων στις πόλεις. Η κοινωνική οργάνωση των πόλεων σε ευγενείς, μεγαλεμπόρους-τραπεζίτες, συντεχνιακούς τεχνίτες και αγρότες-εργάτες εντείνει τον ταξικό ανταγωνισμό και υποθάλπει την επιθυμία ατομικής διάκρισης και αυτονομίας (Γκότσης, 2001, σ.69-70)
            Σε πολιτικό επίπεδο, ξεκινά η εποχή εγκαθίδρυσης της απολυταρχίας που θα ολοκληρωθεί τον 17ο αι. και η κεντρική εξουσία περιέρχεται στα χέρια περιφερειακών ηγεμόνων και ανεξάρτητων πόλεων, αποδεσμευμένη από τον στενό εναγκαλισμό της εκκλησίας. Η επέκταση των πόλεων και η ταυτόχρονη μείωση της επιρροής της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, μεταβάλει τη θέση του πολίτη έναντι της εκκλησίας. Όμως σε οικονομικό επίπεδο ο πλούτος συγκεντρώνεται στα χέρια των λίγων ισχυρών, συμπιέζοντας τα κατώτερα στρώματα σε συνθήκες εξαθλίωσης, με συνεπακόλουθες κοινωνικές αναταραχές και διαγκωνισμούς. Ταυτόχρονα, ο εκχρηματισμός της κοινωνίας και η ανάπτυξη του τραπεζικού τομέα και του εμπορίου, δημιουργούν ανάγκες εκμάθησης νέων εκπαιδευτικών και επαγγελματικών δεξιοτήτων πχ. Λογιστικής (Γαγανάκης, 1999, σ.126&131&194).
            Οι ανακαλύψεις του 15ου αι. επαναπροσδιορίζουν τα όρια και τα μεγέθη του κόσμου ανοίγοντας νέους δρόμους οικονομικής και πολιτισμικής επέκτασης, που ενισχύουν την υπεροχή της ευρωπαϊκής δύσης. Η απαίτηση για βελτίωση των καναλιών επικοινωνίας και μεταφορών και των μέσων παραγωγής-διάθεσης, οδηγούν σε νέες επιστημονικές ανακαλύψεις και τεχνικές (πυξίδα, ρολόι, όπλα κλπ.). Νέες επιστημονικές θεωρίες όπως ο ηλιοκεντρισμός και το έργο του Κοπέρνικου προκαλούν επανεξέταση της φυσικής φιλοσοφίας συνολικά, πυροδοτώντας νέες διαμάχες μεταξύ επιστήμης-εκκλησίας. Σε αντιστοιχία με τις εξερευνήσεις του Νέου Κόσμου, η επινόηση της τυπογραφίας έρχεται να διευρύνει τα όρια διάδοσης του εκπαιδευτικού πνεύματος (Γκότσης, 2001, σ.70 και Ράπτης, 1999, σ. 138 και Power, 2001, σ.274).
            Η τυπογραφία συμβάλει καταλυτικά στη διάδοση φτηνών και ομοιόμορφων εγχειριδίων στα σχολεία και τα πανεπιστήμια. Η σταθερότητα των εκδόσεων των κειμένων, αποτελεί απελευθέρωση από την υποκειμενική κρίση του αντιγραφέα και τα κείμενα αποκτούν κύρος. Ταυτόχρονα διαδίδεται η λαϊκή λογοτεχνία γραμμένη στην καθομιλουμένη. Η έννοια της πεπερασμένης γνώσης στα χέρια των λίγων λογίων δεν είναι πλέον βιώσιμη, καθώς οι διαδεδομένες μέσω των βιβλίων ιδέες μπορούν να αμφισβητηθούν από σκεπτόμενους ανθρώπους και να αντικρουστούν με νέα βιβλία που παράγουν νέα γνώση. Ο εγγράμματος άνθρωπος μπορεί να αμφισβητήσει τις κατεστημένες ιδέες, ακόμα και την ερμηνεία των ιερών κειμένων. Η διάδοσή της είναι συνυφασμένη με τη διάδοση της γνώσης, που δημιουργεί απαιτήσεις για περισσότερη εκπαίδευση (Γκότσης, 2001, σ.81-82&91 και Power, 2001, σ.273-274).
            Η αστική πρωτοκαθεδρία σε κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό επίπεδο αμφισβητεί τις μεσαιωνικές αντιλήψεις και συμπαρασύρει σε μια έντονη ανάταση τις τέχνες και τα γράμματα. Ταυτόχρονα η κοινωνία και οι θεσμοί συνολικά, οδηγούνται υπό την πίεση των πολιτικών και κοινωνικών συνθηκών σε αναθεώρηση. Διαμορφώνονται έτσι οι όροι για μια εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, που σταδιακά προσεγγίζει το πρότυπο της σύγχρονης ανοιχτής δημοκρατικής εκπαίδευσης.

ΣΤΑΔΙΑ ΕΞΕΛΙΞΗΣ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

Ουμανισμός
            Βασικό χαρακτηριστικό του είναι η μετατόπιση του ενδιαφέροντος από την αρετή της ψυχής στην αρετή του ατόμου. Βασική ιδέα αποτελεί ότι ο άνθρωπος ζει στον επίγειο κόσμο και πρέπει να ευημερήσει. Χωρίς να αμφισβητήσουν τη σωτηριολογική διαμεσολάβηση της εκκλησίας μεταξύ Θεού και ανθρώπου, οι ουμανιστές αναζητούν ανθρωπιστικές αξίες, ιδεώδη και πρότυπα ενάρετου βίου στην αναβίωση των αρετών της κλασσικής παιδείας. Πεδίο αναζήτησης αποτελούν τα κείμενα της κλασσικής λογοτεχνίας, ένα γραμματειακό είδος όμως που ελάχιστα ανταποκρίνεται στις πρακτικές ανάγκες της καθημερινότητας (Reble, 2003, σ.120&123&124 και Power, 2001, σ.241-242 και Γκότσης, 2001, σ.62 και Ράπτης, 1999, σ. 125)

Ουμανιστική Παιδαγωγική
            Οι ουμανιστές δεν ενδιαφέρονται για ένα εκπαιδευτικό σύστημα για τον απλό άνθρωπο, αλλά για μια παιδεία που να απευθύνεται σε ηθικές και πνευματικά ηγετικές προσωπικότητες. Ζώντας υπό την σκέπη ισχυρών προστατών, ενδιαφέρονται για την παιδεία των ανώτερων τάξεων παρά των μαζών. Το ατομικιστικό πνεύμα τους δεν ευνόησε σημαντικές αλλαγές στο εκπαιδευτικό σύστημα της περιόδου (Γκότσης, 2001, σ.71&72&77). Για να δημιουργήσουν ενάρετους και αισθητικά καλλιεργημένους ανθρώπους αρνούνται την καθολικότητα και ευνοούν την εξειδίκευση (Power, 2001, σ.244). Η εξειδίκευση σε ένα γνωστικό κλάδο είναι επιθυμητή αλλά μόνο αν βασίζεται στα θεμέλια της ελευθέριας μάθησης, ώστε να μην καταστεί ελλιπής γνώση. Η ευρεία μάθηση είναι μεν ζητούμενο, αλλά δεν πρέπει να προσδοκούμε την ανέφικτη τελειοποίηση της γνώσης. Οι παραπάνω κατευθύνσεις αποτέλεσαν μια νέα παιδαγωγική προσέγγιση, που συνέβαλε στη διαμόρφωση της σύγχρονης φιλελεύθερης παιδείας (Power, 2001, σ.250-251.)
            Το ουμανιστικό εκπαιδευτικό ιδεώδες δεν έκανε διακρίσεις ως προς το φύλο. Οι γυναίκες είχαν δικαίωμα να σπουδάσουν και τους προσφέρονταν εκπαιδευτικές ευκαιρίες. Η μόρφωση όμως δεν λογιζόταν ως ισότιμη είσοδος τους στο δημόσιο βίο, αλλά ως μέθοδος ενίσχυσης της γοητείας και της χάρης τους (Power, 2001, σ.258-259&261 και Γκότσης, 2001, σ.76).
            Από τους εκπροσώπους του ουμανισμού, ο Βερτζέριους διαμορφώνει ένα πρόγραμμα όπου η διδασκαλία της λογικής πρέπει να δίνει στους ανθρώπους τα εφόδια να αναγνωρίζουν τα καθημερινά προβλήματα και να επινοούν λογικές λύσεις με κοινωνική ευαισθησία. Η ρητορική έχει πρακτική αξία για την επίτευξη ευγλωττίας που χρησιμεύει στις συναλλαγές (Power, 2001, σ.243-244&246-249 και Γκότσης, 2001, σ.73-74). Ο Έρασμος αποσαφηνίζοντας την εκπαιδευτική του φιλοσοφία ως προς την κρατική ενίσχυση της εκπαίδευσης και τους θρησκευτικούς της στόχους, συνεισέφερε στην εκπαιδευτική αναθεώρηση των επόμενων αιώνων (Power, 2001, σ.266-269).

Λουθηρανισμός
            Η προτεσταντική θεώρηση απορρίπτει τη διαμεσολάβηση της εκκλησίας ανάμεσα στο Θεό και τον άνθρωπο και στρέφεται κατά της εκκλησιαστικής πνευματικής αυθεντίας. Η υποβάθμιση της εκκλησίας από σωτηριολογικό θεσμό σε κοιτίδα κηρύγματος, αυτόματα καταργεί την ελέω-Θεού ιεραρχική ταξινόμηση της κοινωνίας, αφού όλοι έχουν την ίδια απόσταση από το Θεό άσχετα από εργασία, τάξη ή προέλευση (Reble, 2003, σ.121-122). Η λουθηρανή αντίληψη λέει ναι στην εμπλοκή του ανθρώπου στα εγκόσμια ως εργαλείο αναζήτησης της σωτηρίας. Δίνει έμφαση στην προσωπικότητα, την οικογένεια, το επάγγελμα και την απασχόληση, θεωρώντας ότι αυτά συμπλέκονται με τη θεία χάρη και τη λύτρωση. Ο άνθρωπος πρέπει να ωριμάσει μέσα από τον κόσμο της καθημερινής εργασίας. Το επάγγελμα αποκτά υπόσταση ευλογίας και προάγεται η ιδέα της εργασίας, ενθαρρύνοντας τον επαγγελματισμό και την εξειδίκευση. Οι έννοιες εργατικότητα, καθήκον, πειθαρχία αποτελούν προδιαγραφές ενός τρόπου ζωής συνυφασμένου με την εκκοσμίκευση και τον εσωτερικό ασκητισμό (Reble, 2003, σ.123-124&125-126).

Λουθηρανική Παιδαγωγική
            Ο Λούθηρος στάθμιζε ως στόχους της εκπαίδευσης εκείνους που υπηρετούσαν τη θρησκεία και το έθνος. Οι εκπαιδευτικές του διακηρύξεις απευθύνθηκαν μέσω κειμένων του προς τους δημόσιους αξιωματούχους των πόλεων, που ασφυκτιούσαν υπό τον εκπαιδευτικό έλεγχο της εκκλησίας. Προσδοκούσε ότι με δημευμένους από την εκκλησία πόρους, θα μπορούσε να προβεί σε σχεδιασμό εκπαιδευτικού προγράμματος που θα εξυπηρετούσε τις ανάγκες της Μεταρρύθμισης. Οι ανάγκες αυτές ήταν η χρήση της καθομιλουμένης στη διδασκαλία, ώστε να είναι εφικτή η κατήχηση των απλών ανθρώπων στο νέο δόγμα και η ανασύνταξη των λατινικών σχολείων με τρόπο που να καλλιεργεί τις επαγγελματικές σπουδές, ειδικά της θεολογίας, ώστε να παράγονται λειτουργοί που θα προασπίσουν το δόγμα από τις επιθέσεις του καθολικισμού (Power, 2001, σ.275-276 και Γκότσης, 2001, σ.87).
            Από τους παραπάνω στόχους προκύπτει η σύμπλευση της προτεσταντικής εκπαίδευσης με την πολιτική εξουσία των πόλεων. Οι δήμαρχοι και οι τοπικοί πρίγκιπες καθίστανται υπεύθυνοι της πνευματικής εξέλιξης των υπηκόων τους μέσα από την οργάνωση και διαχείριση των σχολείων. Για να ακμάσει το νέο δόγμα και να ευημερήσει το κράτος χρειάζονται μορφωμένοι άνθρωποι, γι’ αυτό πρέπει να αναζωογονηθούν τα σχολεία (Power, 2001, σ.277). Για να το πετύχει αυτό προχώρησε σε υιοθέτηση της ουμανιστικής πρακτικής, με αποδοχή των αρχαίων γλωσσών ώστε να είναι εφικτή η διδασκαλία της Βίβλου και με υιοθέτηση της ρητορικής, ώστε να ενισχυθεί η παραγωγή ιεροκηρύκων (Power, 2001, σ.278 και Γκότσης, 2001, σ.87).

Ρεαλισμός
            Το κίνημα αυτό διακηρύττει ότι η γνώση σχηματοποιείται μέσα από την εμπειρία. Οι αισθησιοκράτες ρεαλιστές απευθύνονται στην εκπαιδευτική διαδικασία εστιάζοντας όχι στο αντικείμενο αλλά στη μέθοδο διδασκαλίας και στην παροχή ίσων εκπαιδευτικών ευκαιριών, εξασφαλίζοντας ότι προστατεύεται η θρησκευτική ευσέβεια (Power, 2001, σ.283-284) Ο Κομένιος αποτελεί πρότυπο ρεαλιστή που στοχεύει σε ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα, όπου η γνώση απορρέει από τις αισθήσεις (Power, 2001, σ.285). Οραματίζεται ένα δημοκρατικό σχολείο χωρίς διακρίσεις και μια αναγέννηση βασισμένη στη λαϊκή εκπαίδευση. Θεωρεί ότι όλοι είναι πολίτες του ίδιου κόσμου και οραματίζεται ένα παγκόσμιο Διδακτικό Κολέγιο που θα αγκαλιάσει όλους τους επιστήμονες και θα στρέψει τις επιστημονικές ανακαλύψεις στην ωφέλιμη χρήση τους για το κοινό καλό (Piobetta, 1983, σ.152-153 και Ράπτης, 1999, σ. 152 και Power, 2001, σ.287).

Ρεαλιστική Παιδαγωγική
            Η προτεσταντική θεώρηση σχηματοποιείται στην παιδαγωγική προσπάθεια του Κομένιου να μεταρρυθμίσει τα σχολεία με τις αρετές της υπακοής, της ταπεινοφροσύνης και της αλληλεγγύης (Piobetta, 1983, σ.139-141). Βασική αρχή του είναι ότι η εκπαίδευση δεν αποσκοπεί στην απορρόφηση έτοιμων εννοιών και γνωμών, αλλά στην εξέλιξη της νοημοσύνης και της λογικής του μαθητή, ώστε να εξετάζει, να κρίνει και να γνωρίζει με τις δικές του παρατηρήσεις και έρευνες. Γι’ αυτό δεν πρέπει να διδάσκεται τίποτα που να μην έχει πρακτική αξία για τη ζωή. Ο μαθητής μαθαίνει προκειμένου να έχει άποψη και ασκείται για να είναι ικανός να υλοποιεί ένα σκοπό. ‘Γνωρίζω’ σημαίνει ότι κατέχω εκείνο που μου είναι πραγματικά χρήσιμο υλιστικά και ηθικά (Piobetta, 1983, σ.148&151).
            Στο σχολείο δεν χωρούν κοινωνικές διακρίσεις. Κριτήριο διαχωρισμού αποτελεί μόνο το πνεύμα, εξ ου και οι γυναίκες είναι όμοια ικανές με τους άντρες και πρέπει να μορφωθούν. Όλα τα πνεύματα ακόμα και τα πιο αδύναμα πρέπει να καλλιεργηθούν και αυτό αποτελεί υποχρέωση του κράτους, για τη θεραπεία της καθυστέρησης και της ανοησίας. Κανείς δεν αποκλείεται από τα αγαθά της αγωγής και της μόρφωσης. Το σχολείο ευνοεί την καθολική γενική εκπαίδευση, προσφέροντας εκπαιδευτικές ευκαιρίες (Piobetta, 1983, σ.141-142 και Power, 2001, σ.285-286). Ο πρακτικός χαρακτήρας της εκπαίδευσης φαίνεται από τα προγράμματα μαθημάτων που έχουν επαγγελματική εφαρμογή ή εφαρμογές στην οικογένεια, το κράτος και την εκκλησία. Όσοι θελήσουν να συνεχίσουν στο Πανεπιστήμιο, θα επιλεγούν κατόπιν δημόσιων εξετάσεων και όχι βάσει της κοινωνικής τους προέλευσης και θα αφοσιωθούν αποκλειστικά στην επιστήμη. Το κράτος πρέπει να στηρίξει υλικά τους ευφυείς αλλά φτωχούς σπουδαστές των κατώτερων τάξεων (Piobetta, 1983, σ.142-145).

Ο Ευσεβισμός
            Οι Ευσεβιστές υποστηρίζουν ότι η εκπαίδευση προστατεύει την θρησκευτική ευσέβεια. Η πίστη πρέπει να προηγείται της νόησης γιατί κάποια πράγματα μένουν κρυμμένα από το νου μέσα στην ψυχή. Παρόλα αυτά οι άνθρωποι πρέπει να κατανοούν όσο είναι δυνατό το θεϊκό σχέδιο. Αυτή η ερμηνεία της λογικής εμπεριέχει μια εκλαΐκευση της γνώσης, που διευρύνει τις εκπαιδευτικές ευκαιρίες εφόσον όλοι μπορούν να έχουν πίστη άρα και ανάγκη για μάθηση. Η ευσεβική εκπαίδευση προωθεί τη μαζική παιδεία, εστιάζοντας στην προετοιμασία των δασκάλων του λαού και σε διδακτικές μεθόδους που υπηρετούν στόχους των θρησκευόμενων ανθρώπων. Προάγουν τη χρήση της μεθοδολογίας του Κομένιου, εφαρμόζοντας χριστιανικές αρχές στήριξης των αδυνάτων. Ο Ευσεβισμός συνέβαλε στην ενοποίηση του γερμανικού εκπαιδευτικού συστήματος, αναγνωρίζοντας το δικαίωμα του λαού για χριστιανική αγωγή και γενική εκπαίδευση (Power, 2001, σ.287-288 και Γκότσης, 2001, σ.107-109).

Η Εκπαιδευτική Θεωρία του Τζον Λοκ
            Ο Λοκ αποτελεί μια ιδιαίτερη περίπτωση ως προς την κατάταξη του στο Ρεαλισμό ή τον Διαφωτισμό. Ισχυρίζεται ότι το ανθρώπινο μυαλό και πνεύμα είναι αρχικά ένα άγραφο χαρτί (tabula rasa) που περιμένει από τις αισθήσεις και τις εμπειρίες να φωτιστεί. Η εμπειρία οδηγεί στη γνώση μέσα από το στοχασμό και όχι από κάποια προδιάθεση κοινωνικής ή άλλης καταγωγής. Οι άνθρωποι γεννιούνται ίσοι, αλλά διαφοροποιούνται μέσω της εμπειρίας και της κατάλληλης εκπαίδευσης. Αυτό αποτελεί μια γενναία δήλωση ισότητας όλων των ανθρώπων και υπεροχής της εκπαίδευσης έναντι της φύσης. Για τον Λοκ η γνώση πρέπει να αποδεικνύει τη χρησιμότητά της για κάθε άνθρωπο, γι’ αυτό κριτικάρει την ασκητική λόγια μόρφωση και αξιώνει μια ρεαλιστική ανοιχτή εκπαίδευση. Εν τούτοις, θεωρούσε απεχθή τον εκχυδαϊσμό που μετέφεραν ορισμένα άτομα στα λαϊκά σχολεία και άθελά του επηρέασε αρνητικά τη διεύρυνση των εκπαιδευτικών ευκαιριών (Γκότσης, 2001, σ.110-111 και Power, 2001, σ.289-290).

ΕΠΙΛΟΓΟΣ
            Από την ανάλυση που σχηματοποιήθηκε παραπάνω, προκύπτει ότι τα διαφορετικά στάδια της εκπαιδευτικής εξέλιξης, έτσι όπως διαμορφώνονται μέσα από τα ρεύματα σκέψης που αναπτύχθηκαν σε κάθε περίοδο, εκφράζουν μια κοινή ανάγκη για ‘άνοιγμα’ της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Το ‘άνοιγμα’ αυτό αφορά τόσο τις κατηγορίες σπουδαστών, όσο και τη θεματολογία του προγράμματος σπουδών.
            Ειδικότερα με την προτεσταντική μεταρρύθμιση και τις παραλλαγές της, κατέστη σαφές ότι η εκπαιδευτική προσπάθεια επικεντρώθηκε στη δημιουργία ανθρώπων, που θα υπάκουαν σε πρότυπα διαβίωσης που θα ισχυροποιούσαν το νεοσύστατο κράτος και την τάξη και συνοχή του νέου δόγματος.
            Όσο πλησιάζουμε στην εποχή της εκβιομηχάνισης και της χρηματικής πρωτοκαθεδρίας, όπου το πλέγμα των οικονομικών, πολιτικών και κοινωνικών σχέσεων εδράζει στην επένδυση-επανεπένδυση του κέρδους, τόσο πιο πολύ εξειδικεύονται οι ανάγκες για ταύτιση των εκπαιδευτικών προγραμμάτων με τις απαιτήσεις για επαγγελματικά στελέχη και κυρίως για πρότυπα εργασιακών και όχι μόνο συμπεριφορών, που δεν θα θέτουν σε κίνδυνο την εύρυθμη λειτουργία του ‘συστήματος’.
            Με αυτό το σκεπτικό η μαζικοποίηση της εκπαίδευσης που εκ πρώτης αποτελεί μια κατάκτηση που γκρεμίζει τους φραγμούς κοινωνικής κινητικότητας, ουσιαστικά διασφαλίζει την εύρυθμη λειτουργία ενός συστήματος ανισοτήτων. Από την θεματολογική εξειδίκευση της εκπαίδευσης, ως μέσο προσαρμογής των επιστημονικών κατακτήσεων στην διδασκαλία, αυτό που μένει είναι η καθ’ έξην παραγωγή και αναπαραγωγή τυποποιημένων επιστημόνων-ειδικών, με συγκεκριμένο ρόλο στην παραγωγική μηχανή και περιορισμένη δυνατότητα αποστασιοποίησης.
            Είναι εντυπωσιακό ότι αιώνες μετά και εν μέσω μιας πασιφανούς πρωτοκαθεδρίας του καπιταλιστικού προτύπου ζωής, η εκπαίδευση παραμένει σφιχτά εναγκαλισμένη με τις αγοραίες ανάγκες, περίπου όπως υπήρξε εγκλωβισμένη κατά τη διάρκεια του μεσαίωνα, υπό την στοργική φροντίδα και καθοδήγηση της εκκλησίας.



ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • ΓΑΓΑΝΑΚΗΣ, Κ. (1999), Κοινωνική και Οικονομική Ιστορία της Ευρώπης, Πάτρα, Εκδόσεις ΕΑΠ.
  • ΓΚΟΤΣΗΣ, Γ. και ΣΥΡΙΑΤΟΥ, Α. (2001), Δύο Θεσμοί Διαμορφωτές του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού – Εγχειρίδιο Μελέτης, Πάτρα, Εκδόσεις ΕΑΠ.
  • PIOBETTA, J. B. (1983), ‘Ζαν Άμος Κομένιος’ στο CHATEAU, J., Οι Μεγάλοι Παιδαγωγοί: Από τον Πλάτωνα και τον Σωκράτη ως τον Τζων Ντιούι και τη Μαρία Μοντεσσόρι, Αθήνα, Εκδόσεις Γλάρος, [διαθέσιμο στο CD Συμπληρωματικού Υλικού].
  • POWER, E. (2001), Η Κληρονομιά της Μάθησης - Ιστορία της Δυτικής Εκπαίδευσης, Πάτρα, Εκδόσεις ΕΑΠ.
  • ΡΑΠΤΗΣ, Κ. (1999), Γενική Ιστορία της Ευρώπης από τον 6ο έως τον 18ο Αιώνα, Τόμος Α’, Πάτρα, Εκδόσεις ΕΑΠ.
  • REBLE, A. (1996), Ιστορία της Παιδαγωγικής, Μτφ. Θ. Χατζηστεφανίδης, Αθήνα, Εκδόσεις ΠΑΠΑΔΗΜΑ. 




© ΙΖ 2011