Αφιερωμενο στη μνημη του Καθηγητη Ευρωπ. Δικαιου Δρ Χρηστου Κολλοκα που υπηρξε πηγη θετικης επιρροης

Από τον Σεπτέμβριο 2014 ο συντάκτης μετοικεί στη Μ. Βρετανία αρχικά ως υπότροφος ερευνητής του University of Hull και εν συνεχεία ως τακτικός καθηγητής σε Βρετανικα Πανεπιστήμια.
Το παρόν blog ΔΕΝ ανανεώνεται αλλά παραμένει ενεργό για χάρη των φίλων σπουδαστών του ΕΑΠ που μπορεί να βοηθηθούν από τις δημοσιευμένες εργασίες και τις βιβλιογραφικές πηγές στην εκπόνηση των δικών τους εργασιών.


ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Πέμπτη 18 Νοεμβρίου 2010

ΕΠΟ21 (Ευρωπαϊκή Λογοτεχνία) - 3/2008


ΜΑΡΤΙΟΣ 2008

ΘΕΜΑ
«Δημιουργός και δημιούργημα στο μυθιστόρημα της Μαίρης Σέλλεϋ, Φρανκενστάιν ή ο σύγχρονος Προμηθέας»

ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΘΕΜΑΤΟΣ
Κατά το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα, παρατηρείται μια αναγέννηση του λυρισμού και της φαντασίας που είχαν καταδικαστεί σε σιωπή κάτω από την επικράτηση της ορθολογικής σκέψης του ‘αιώνα των φώτων’. Αυτή η στροφή θα καταλήξει πενήντα περίπου χρόνια αργότερα στον ρομαντισμό. Το πρώτο μισό του 19ου αιώνα στον ευρωπαϊκό χώρο κυριαρχεί το κίνημα του ρομαντισμού, που επιφέρει μια επανάσταση στον τρόπο με τον οποίο ο άνθρωπος αντιλαμβανόταν τον εαυτό του και τον κόσμο. (1)
Ο ρομαντισμός υποδηλώνει κυρίως ένα τρόπο σκέψης που στρέφεται προς το φανταστικό και το συναισθηματικό. Ο ρομαντικός συγγραφέας διακατέχεται από την ονειροπόληση, τη φαντασία, το μυστήριο, τη μελαγχολία το πάθος και την αγωνία. Εξαίρει συνεχώς το πένθιμο, το σκότος και έχει μια τάση προς τη θανατοφιλία με την ευρεία έννοια. Επιζητεί την ειρήνη συντροφευμένος από το θάνατο και προσπαθεί να συγχωνευθεί με τη φύση μέσα στη μελαγχολία των ερειπίων, των σκοταδιών και των μνημάτων. (2)
Ο όρος ‘ρομαντικό’ έλκει τις καταβολές του από την Αγγλία, όπου έγινε γνωστός και από εκεί διαδόθηκε πλατιά. Υποδηλώνει βασικά έναν τρόπο σκέψης που στρέφεται προς το φανταστικό και το συναισθηματικό. Η ζωτική αλλαγή που οδήγησε στη γέννηση του ρομαντικού κινήματος, οφείλεται στην ουσιαστική αλλαγή στάσης που παρατηρείται σ' ολόκληρο τον δέκατο όγδοο αιώνα. Οι ανθρώπινες αξίες μπαίνουν σε νέο προσανατολισμό και σε νέα αντίληψη για τη σχέση ανθρώπου και φύσης. Το ρομαντικό κίνημα είναι το αποκορύφωμα μιας αδιάκοπης εξελικτικής διαδικασίας που ανέτρεπε τις θεωρίες της δημιουργικότητας, τους κανόνες της ομορφιάς, τα ιδανικά, καθώς και τους τρόπους έκφρασης. Κι αυτές οι ριζοσπαστικές αλλαγές -συνέπεια της ρομαντικής επανάστασης- μπορούσαν να είναι μονάχα το αποτέλεσμα μιας αργής ωρίμανσης. (3)
Ο ρομαντισμός ως κίνημα αποτελεί και αντικατοπτρισμό των κοινωνικών και πολιτικών αλλαγών που συντελούνται στη δυτική κοινωνία κατά την μετάβαση προς το εθνικό αστικό κράτος. Ως απόρροια του Διαφωτισμού όπου η ατομική ελευθερία αποτελεί ιδεώδες, η ευαισθησία, το συναίσθημα, η μελαγχολία και η ροπή προς το εσωστρεφές εγώ, αναδεικνύουν τον ρομαντικό ατομικισμό. (4)
Η υπαρξιακή ανησυχία ενός ‘εγώ’ περιορισμένου σε ένα μεταβατικό και πεπερασμένο κόσμο εντείνουν την αγωνία να μεταμορφωθεί η επιθυμία σε πραγματικότητα. Η υπαρξιακή αγωνία που ενίοτε εξωθεί στον θάνατο, η λεγόμενη και ‘αρρώστια του αιώνα’, ο ιδεαλισμός και το αίσθημα του μοιραίου βρίσκουν εξήγηση στην αβεβαιότητα της εποχής. Η συνοδευτική μελαγχολία βρίσκει διέξοδο στη φύση όπου ο ρομαντικός δημιουργός αναζητά την ειρήνη προσεγγίζοντας τον θάνατο είτε ως λύτρωση είτε ως μορφή διαμαρτυρίας. (5)
Το ‘γοτθικό μυθιστόρημα’ γεννήθηκε μέσα στον ρομαντισμό και το κίνημά του αποτελώντας μια αντανάκλαση του ευρωπαϊκού περιβάλλοντος, όπως αυτό ήταν πριν, κατά και μετά το Μεσαίωνα. Στοιχεία όπως πύργοι, φεουδάρχες, ιερή εξέταση, θεομηνίες, πόλεμοι κλπ. το τροφοδότησαν και το καλλιέργησαν. Αυτό που αποκαλούμε σήμερα ‘γοτθική νουβέλα’ είναι ουσιαστικά ένα ρομαντικό μυθιστόρημα με έντονα στοιχεία μυστηρίου ή υπερφυσικού. (6)
Το γοτθικό μυθιστόρημα στο οποίο κυριαρχεί το φανταστικό και ο εξω-φυσικός τρόμος, κατάγεται από το κίνημα του ρομαντισμού, στο μεταίχμιο από τη συντηρητική του φάση, την απολογητική της φεουδαρχίας, προς την προοδευτική, κατά την οποία περιβάλλεται ιδεολογικά τον αγώνα των λαών για την εθνική τους χειραφέτηση. Μέσα στο πλαίσιο αυτό, υιοθετεί το σώμα των μύθων, των θρύλων και των παραδόσεων που κληροδοτήθηκαν από το μεσαίωνα στα έθνη και που συγκροτούν ένα σημαντικό μέρος της ιδιοσυστασίας τους. (7)
Ένα από τα σημαντικότερα έργα και αντιπροσωπευτικό των παραπάνω ειδών μυθιστορίας είναι το φανταστικό ‘μαύρο’ μυθιστόρημα Φρανκενστάιν της Μ. Σέλλευ. Το έργο αυτό παρόλο που διατηρεί όλα τα εξωτερικά στοιχεία του γοτθικού, μαύρου τρομαχτικού μυθιστορήματος, ταυτόχρονα ξεφεύγει απ' αυτό. Ο τρόμος εκπορεύεται εδώ από τον ίδιο τον άνθρωπο. Τη φρίκη την κατασκευάζει ο ίδιος και απέναντι της στέκεται γυμνός κι ανυπεράσπιστος ενώ είναι ο ίδιος υπεύθυνος. Το πλάσμα που δημιούργησε ο Φρανκενστάιν αποτυπώνει τη φρίκη του κόσμου, το τερατώδες που φέρνει μέσα του. Ο δημιουργός ως άλλος Προμηθέας βασισμένος σε καλές προθέσεις τελικά προκαλεί τον όλεθρο και την καταστροφή στην ανθρωπότητα. Η φρίκη του υπερφυσικού έχει αντικατασταθεί εδώ από τη φρίκη του φυσικού. Γι’ αυτό και η τοποθέτηση της επιστήμης ως πηγής του τρόμου διαφοροποιεί το έργο αυτό από τα προγενέστερα ανοίγοντας επίσημα την εποχή της επιστημονικής φαντασίας. (8)
Ο Προμηθέας ως πηγή διαμαρτυρίας είναι αυτός που αντιστάθηκε στους θεούς δηλαδή στο δημιουργό του. Συμβολικά, άνοιξε το δρόμο προς τη γνώση και τη δημιουργία, αμφισβήτησε την εξουσία και την ισχύ του δημιουργού του. Ο ήρωας στα ρομαντικά έργα ακολουθεί το πρότυπο του επαναστάτη έναντι της κοινωνίας, του κόσμου και του ίδιου του Θεού. Ο Προμηθέας ως σύμβολο εξέγερσης αντιστέκεται στους θεούς και εξανθρωπίζει τον κόσμο. Η άρνησή του να υποχωρήσει χάρη στην δύναμη του χαρακτήρα του βρίσκει έκφραση στην αισθητική πρωτοτυπία και στη περιφρόνηση των κανόνων. (9)
Ο Προμηθέας αποτελεί μια μυθική μορφή που ταιριάζει απόλυτα στο κίνημα του ρομαντισμού αφού ως όν συνδυάζει την ανθρώπινη δημιουργικότητα των καλών προθέσεων που όμως έχει καταστροφικές συνέπειες και την ηθική ευαισθησία του κινήματος. Το αρχέτυπο του Προμηθέα έχει μια δισυπόστατη σημασία. Ενώ αποτέλεσε μια εν γένει ελκυστική και συμπαθητική μορφή εξαιτίας των προθέσεων του να σώσει την ανθρωπότητα και λόγω των μεταγενέστερων δεινών του, εν τούτοις αποτελεί μια μεμπτή ηθικά παρουσία λόγω της καταστροφικότητας των πράξεών του και της τελικής αποξένωσης του ανθρώπου από τον ουρανό. (10)
Υπό αυτή την διττή έννοια ο Προμηθέας κατ’ αναλογία τοποθετείται από τους ρομαντικούς σε έναν ρόλο που ρέπει πότε προς αυτόν του Χριστού (λόγω των μαρτυρίων προς χάριν των ανθρώπων) όσο και προς αυτόν του Εωσφόρου (ο εκπεσών κομιστής του φωτός που πρόδωσε την επουράνια κυριαρχία). Αυτή η διπλή ιδιότητα του Προμηθέα αποτελεί στοιχείο ρομαντικών αναγνωσμάτων της εποχής. Έτσι ο Όρκ του Μπλέικ ή ο Σατανάς του Μίλτον αποτελούν εκδοχές του Προμηθέα σε μια ίσως ατελή μορφή. (11)
Το έργο αναπαράγει την έννοια του προμηθεϊσμού που συνοδεύει τον άνθρωπο μέχρι και σήμερα. Ο Φρανκενσταιν όμως αδυνατεί να ανταποκριθεί στο δημιούργημα του και αυτή είναι η σκοτεινή πλευρά του δημιουργού, έχουμε δηλαδή την απόρριψη του δημιουργήματος από τον δημιουργό του. Το γεγονός ότι το τέρας δεν έχει όνομα ίσως είναι η αποποίηση του σκοτεινού κόσμου του δημιουργού που δεν θέλει τίποτα που να του θυμίζει την νοσηρότητα που εξωτερίκευσε με το δημιούργημά του.
Το τέρας αποτελεί μια συμβολική αντίφαση ως η ελαττωματική ενσάρκωση ενός φιλόδοξου οράματος που προκαλεί αποστροφή αντί για θαυμασμό και αγάπη. Το τέρας (ως ένας νέος Αδάμ) αποδεικνύεται περισσότερο ανθρώπινο από τον δημιουργό του (τον σύγχρονο Προμηθέα) καθώς είναι πιο ευφυές και συναισθηματικό και συνάμα πιο αξιομίσητο και φοβερό. Ουσιαστικά τέρας και δημιουργός είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, τα δύο μισά που συνθέτουν το όλον, ο καλός και ο κακός εαυτός του ίδιου όντος, η εξωστρέφεια και η εσωστρέφεια της ίδιας προσωπικότητας. (12)
Ο προμηθεϊκός Φρανκενστάιν δημιουργεί μια φαινομενική ζωή ενώ κατ ουσίαν προσφέρει εν ζωή θάνατο. Διαταράσσει έτσι τα όρια ανάμεσα στον άνθρωπο και τον Θεό. Αν λοιπόν ο προμηθεϊσμός πρεσβεύει την επέκταση της ανθρώπινης συνείδησης έναντι της κατεστημένης πίστης, τότε στο έργο αυτό παρουσιάζεται μέσω του τραγικού αποτελέσματος ένα ανάχωμα στον προμηθεϊσμό. Εάν επίσης δούμε τον προμηθεϊσμό μέσα από το πνεύμα της επιστημονικής εξέλιξης, σαν πειραματισμό επέκτασης των ορίων της ανθρώπινης βιολογικής δυνατότητας, το μυθιστόρημα αναπόφευκτα εγείρει ζητήματα ηθικής και μπορεί να αναγνωστεί ως μια προφητική προειδοποίηση. (13)
Ο ομώνυμος ήρωας, επιστήμονας, οπαδός του ορθολογισμού, επιχειρεί, από νεκρά μέλη, να πλάσει από την αρχή έναν άνθρωπο. Το τέρας που δημιουργείται είναι ένα πλάσμα με αγαθά αισθήματα, τρυφερή καρδιά, άγνοια κοινωνική που τελικά καταδιώκεται λόγω της φρικτής εμφάνισής του από την κοινωνία. Ένα πλάσμα που λόγω της άγνοιας του για το αποδεκτό και το επιτρεπτό ενώ προσπαθεί να κάνει το καλό πάντα καταφέρνει το αντίθετο, ώσπου επιδιώκει και καταφέρνει την τελική συνάντηση με το δημιουργό του και τον κοινό τους θάνατο. Το έργο αποτελεί μία πρώιμη κριτική στην αστική λογική, φέρνοντας αντιμέτωπη την πρωτογενή έμφυτη ανθρώπινη καλοσύνη με τις επιταγές της κοινωνίας και του πολιτισμού. Εν τέλει η απρόσεκτη και αβίαστη διασταύρωση των δύο αυτών καταστάσεων, γεννά τέρατα ισχυρίζεται η συγγραφέας απηχώντας εν πολλοίς τις ιδεολογικές και πολιτικές θέσεις του Ρουσσώ. (14)
Από μια άλλη οπτική, το μυθιστόρημα αυτό αφορά την περιπλάνηση ενός γήινου σε χωράφια που ανήκουν μόνο στον Θεό. Εν τέλει για αυτό ένας ακόμα Προμηθέας τιμωρείται με θάνατο. Συμπερασματικά, μόνον αυτά που είναι παραδεκτά από τον Θεό, δηλαδή από τους επί της γης ερμηνευτές της θέλησής του, είναι και αποδεκτά. Ενυπάρχει λοιπόν στην βάση του έργου μία από τις κυρίαρχες κινητήριες δυνάμεις της ανθρώπινης φύσης: η επιδίωξη του αδύνατου, η ζήτηση του απλησίαστου, η κατανόηση του ξένου, η προσέγγιση στο απροσπέλαστο, η έλξη προς το παράνομο. Το απαγορευμένο υπήρξε πάντα ελκυστικό και στην περίπτωση του τέρατος εκλύεται ζωώδης μαγνητισμός, ενεργητικότητα και πρωτόγνωρο πάθος. Όσα δηλαδή η κοινωνική συνοχή μας επιβάλει να κρατούμε στο υποσυνείδητο μας και που μόνο στη φαντασία απελευθερώνουμε. (15)
Το τέρας ουσιαστικά ζει μέσα στη φύση σαν να είναι παιδί της, αγκαλιάζεται από αυτήν και ανάλογα με τις εκφάνσεις της του δημιουργεί συναισθήματα έξαρσης ή κατευνασμού, τονίζοντας έτσι τον δισυπόστατο χαρακτήρα του που ταλαντεύεται από την ευαισθησία στη μοχθηρία. Άλλοτε η φυσική ομορφιά δρα καταπραϋντικά όπως στο κεφ. 13, ‘το έρημο και μελαγχολικό τοπίο είχε τώρα μετατραπεί σε παράδεισο με ωραιότατα λουλούδια και χορτάρια. Οι αισθήσεις μου απολάμβαναν χιλιάδες αρώματα, χιλιάδες πανέμορφα πράγματα, ένιωθα πιο δυναμωμένος’ (16) ή στο κεφ. 16, ‘η ευχάριστη λιακάδα και ο καθαρός αέρας με ηρέμησαν ως ένα βαθμό’ (17), επίσης ‘η μέρα μια απ’ τις πρώτες της άνοιξης με έκανε ως κι εμένα να αισθάνομαι χαρούμενος με την ομορφιά του ήλιου και τον μυρωδάτο αέρα. […] επέτρεψα στον εαυτό μου να παρασυρθεί […] τόλμησα να είμαι ευτυχισμένος […] σήκωσα τα υγρά μου μάτια γεμάτος ευγνωμοσύνη στον ευλογημένο ήλιο που μου χάριζε τόση χαρά’. (18) Άλλοτε πάλι η φύση επιτείνει την ένταση και τα πάθη που ταλανίζουν το τέρας όπως στο κεφ. 16, ‘τα ψυχρά αστέρια έλαμπαν κοροϊδευτικά και τα γυμνά δέντρα κράδαιναν τα κλαδιά τους από πάνω μου’ (19) ή ‘η δυνατή πνοή του ορμούσε σαν μεγάλη χιονοστιβάδα και μου προκαλούσε ένα είδος τρέλας στο μυαλό που κατέλυε κάθε λογική σκέψη’ (20) και τέλος ‘όλη αυτή η χαρά της φύσης ήτανε μια κοροϊδία, μια προσβολή προς εμένα και τη μοναξιά μου και με έκανε να αισθάνομαι χειρότερα επειδή δεν ήμουν φτιαγμένος να χαίρομαι τέτοιες απολαύσεις’. (21)
Η πρώτη επαφή του τέρατος με βιβλίο αφορά το ‘Ερείπια των Αυτοκρατοριών’ του Βολνέ που ο Φέλιξ διάβαζε στην Σάφι. Δεν είναι τυχαίο ότι ως πρώτο ανάγνωσμα εξ ακοής, επιδρά στο τέρας αρχικά προβληματίζοντας το για την ικανότητα του ανθρώπου να είναι ενάρετος και ευτελής ταυτόχρονα και τελικά ενισχύοντας την αηδία και αποστροφή του. Κυρίως όμως η αναγωγή όσων διάβασε στο πρόσωπό του το οδηγούν σε διαπιστώσεις και καθορίζουν το πλαίσιο αυτοεκτίμησης του λέγοντας ‘όσο και να κοίταζα γύρω μου δεν έβλεπα κανέναν σαν εμένα. Ήμουν λοιπόν τέρας εγώ που όλοι οι άνθρωποι αποφεύγαν κι απαρνιούνταν ?’ (22)
Κατόπιν η ανακάλυψη του μπαούλου και η ανάγνωση των βιβλίων που περιείχε ‘Χαμένος Παράδεισος’, ‘Βίοι Παράλληλοι’ και ‘Βέρθερος’ του δημιουργούν αισθήματα ταύτισης με τους ήρωες. Ο Βέρθερος του δημιουργεί κατεξοχήν ρομαντικά αισθήματα καθώς ‘οι απόψεις του για το θάνατο και την αυτοκτονία φέρνουν θαυμασμό και ταυτόχρονα απορία’. (23) Ψάχνοντας αντιστοιχίες με τη δική του περίπτωση, θέτει αναπάντητα δομικά υπαρξιακά ερωτήματα όπως ‘ποιος ήμουν, τι ήμουν, από πού ερχόμουν, ποιος ο προορισμός μου’. (24) Οι Βίοι Παράλληλοι βοηθούν το τέρας να εξυψωθεί νοητικά πέρα από τις γνωστικές του δυνατότητες και να ξεδιαλύνει τις έννοιες της αρετής και της κακίας και τα συναισθήματα που τις συνοδεύουν αφού παραδέχεται ‘αισθάνθηκα την εντονότερη επιθυμία για αρετή να ξυπνά μέσα μου και μεγάλη απέχθεια για την κακία’. (25) Ο Χαμένος Παράδεισος σε συνδυασμό με το χαμένο ημερολόγιο του Φρανκεστάιν ήταν το επιστέγασμα της συνειδητοποίησης της ύπαρξης του για το τέρας. Οι ομοιότητες της ιστορίας του με αυτή του Αδάμ αλλά ταυτόχρονα και του εκπεσόντα Σατανά σε πλήρη εναρμόνιση με την προμηθεϊκή ρομαντική θεώρηση και τέλος οι έντονες αντιθέσεις στην αντιμετώπιση των δημιουργημάτων από Θεό και Φρανκεστάϊν, ξεκαθαρίζουν συνειδησιακά στο τέρας την κατάσταση στην οποία βρίσκεται καθορίζοντας εν πολλοίς την περεταίρω στάση του.
Μέσα από την δική του αφήγησή το τέρας αφήνει καταρχάς να διαφανεί ότι έχει συνείδηση της δυσμορφίας του σε βαθμό θλίψης και ντροπής, λέγοντας ‘τρόμαζα όταν αντίκριζα τον εαυτό μου στη διάφανη λιμνούλα […] όταν πείστηκα ότι ήμουν πράγματι αυτό το τέρας που είμαι, η ψυχή μου γέμισε πικρή μελαγχολία και αισθάνθηκα πολύ ταπεινωμένος’. (26)
Εν συνεχεία η συνειδητοποίηση της κατάστασής του το οδηγεί στην αυτό-απόρριψη και στην αναζήτηση ευθυνών στον δημιουργό του αφού μετά την ανάγνωση του ημερολογίου του Φρανκενσταιν το τέρας αναφωνεί ‘Μισητή η μέρα που μου έδωσες ζωή. Καταραμένε δημιουργέ γιατί έπλασες ένα τέρας τόσο φοβερό ? ’ (27) καθώς και ‘που ήταν ο δικός μου δημιουργός? Με είχε εγκαταλείψει γι’ αυτό μέσα στην πίκρα της η καρδιά μου τον καταριότανε’. (28)
Η απόρριψη από την οικογένεια Ντε Λασύ σημαίνει την εξάλειψη των ελπίδων του τέρατος για κοινωνικοποίηση και αγάπη και γι’ αυτό δηλώνει ‘από εκείνη τη στιγμή κήρυξα αιώνιο πόλεμο εναντίον του ανθρώπινου είδους και κυρίως εκείνου που με είχε πλάσει’. (29) Εν τούτοις το τέρας απελπιστικά κατατρεγμένο και μοναχικό αναζητά ως εναπομείναντα φάρο τον δημιουργό του είτε ως τελευταία του ελπίδα είτε ως στόχο εκδίκησης ‘μόνο στη δική σου αρωγή θα μπορούσα να ελπίζω αν και δεν αισθανόμουνα για σένα τίποτα άλλο από μίσος άκαρδε δημιουργέ […] από σένα ήμουν αποφασισμένος να ζητήσω δικαιοσύνη’. (30)
Τώρα πλέον το τέρας έχει συνείδηση όχι μόνο της εξωτερικής αλλά και της εσωτερικής του ασχήμιας. ‘Είμαι κακός επειδή είμαι δυστυχισμένος’ (31) αναφωνεί. Παρόλα αυτά βρίσκει στον ορυμαγδό της απελπισίας του λύση στην απόκτηση ενός συντρόφου όμοιου με αυτό. Θεωρώντας δε ότι από τη φύση του διακατέχεται από αγαθά αισθήματα που η απόρριψη και η απέχθεια των ανθρώπων τον αναγκάζουν να αποκρύψει, παρακαλεί για έναν σύντροφο ουσιαστικά αναζητώντας το αγαθό έτερο μισό του. ‘Αν κάποιο πλάσμα έδειχνε καλοσύνη, θα του την ανταπέδιδα εκατό χιλιάδες φορές [...] θα συμφιλιωνόμουν με το ανθρώπινο γένος [...] κάνε με ευτυχισμένο, κάνε με να αισθανθώ ευγνωμοσύνη για ένα έστω καλό’. (32)
Η θεώρηση του δημιουργού του τέρατος διακρίνεται από μεγαλύτερη συνέπεια υπό την έννοια ότι είναι σαφέστατα αρνητική και απορριπτική ήδη από το πρώτο αντίκρισμα ‘πως μπορώ να σκιαγραφήσω αυτό το ταλαίπωρο πλάσμα [...] η ομορφιά του ονείρου χάθηκε και η αηδία και η φρίκη που μου έκοβαν την ανάσα γέμιζαν την καρδιά μου. Μου ήταν αδύνατο να αντέξω το θέαμα του πλάσματος’. (33) Η αρχική ελάχιστη συμπόνια εξαλείφεται σύντομα ‘αντίκρισα το φριχτό κατασκεύασμα το άθλιο τέρας που είχα δημιουργήσει’. (34)
Η εξελικτική πορεία της σύγκρουσης δημιουργού και δημιουργήματος επιφέρει απόλυτα και ξεκάθαρα συναισθήματα πολεμικής που χαρακτηρίζεται όμως από την απόλυτη έλλειψη σεβασμού και εκτίμησης του αντιπάλου. ‘Έτρεμα από φόβο και θυμό [...] αποφάσισα να [...] του ριχτώ και να δώσω μάχη μέχρι θανάτου. Ο θυμός και το μίσος μου με είχαν αφήσει άφωνο και συνήλθα μόνο για να τον περιλούσω με λόγια που έδειχναν καθαρά την λυσσασμένη αποστροφή και περιφρόνησή μου’. (35)
Μέσα από τα μάτια του Γουώλτον πιστοποιείται η αυτοκαταστροφική σχέση τέρατος και δημιουργού, μια σχέση ανατροφοδοτούμενη από το εξαναγκασμένο μίσος σε μια πορεία με μοναδικό τέλος τον θάνατο. ‘Όταν άκουσε ότι πλησίαζα σταμάτησε τις κραυγές που έδειχναν καθαρά τη λύπη και τη φρίκη του και όρμησε στο παράθυρο [...] κάθε χαρακτηριστικό του προσώπου του και κάθε χειρονομία έδειξε να συγκλονίζεται από την άγρια λύσσα κάποιου ανεξέλεγκτου πάθους’ (36) περιγράφει ο Γουώλτον. Εκεί που η αισθητική εμπόδισε την αγαθή επικοινωνία, που μετέτρεψε μια σχέση αγάπης κι αφοσίωσης σε αδυσώπητο αγώνα εξόντωσης κι εκδίκησης, αποδεικνύεται ότι η μοναξιά του τέρατος είναι πραγματικά απέραντη. Όντας αποκομμένο κι αποξενωμένο επιδιώκει την οποιαδήποτε σχέση μπορεί να δημιουργηθεί και αυτή ακόμα την καταστροφική σχέση της εκδίκησης προς τον δημιουργό που μόνο στον τελευταίο σταθμό του θανάτου μπορεί να λυθεί. Και τότε σαν να χάνονται όλοι οι σύνδεσμοι με αυτόν τον κόσμο και όλοι οι λόγοι ύπαρξης έρχεται η παραίτηση από την πάλη, όχι ως ειρηνική ανταμοιβή αλλά ως επιβεβλημένη διακοπή μιας αφύσικης και υβριστικής πορείας.
Ένα ζήτημα που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί απόλυτα επίκαιρο και συναφές με την σημερινή πραγματικότητα αφορά την προφητική ανησυχία της συγγραφέως σχετικά με τα όρια της ανθρώπινης κατάκτησης έναντι των φυσικών νόμων. Το έργο δηλαδή μπορεί να διαβαστεί ως μια προειδοποίηση για τις ηθικές συνέπειες ενός ασύδοτου επιστημονικού υλισμού που εκφράζεται με προμηθεϊκούς πειραματισμούς. (37)
Για να γίνει πιο κατανοητό αυτό μπορούμε να θυμηθούμε ότι στο απόγειο της βιομηχανικής επανάστασης στην Βρετανία, αναπτύχθηκε ένα κίνημα που αντιδρούσε στην εκβιομηχάνιση που μείωνε τις θέσεις εργασίας και την ζήτηση εργατικών χεριών. Ο λεγόμενος Λουδισμός εν τέλει αποτέλεσε ένα πρόσχημα χαρακτηρισμού όσων διαφωνούσαν πολιτικά με τον εγκαθιδρυόμενο καπιταλισμό. Οι Λουδιστές ‘τρομοκράτες’ της εποχής ύψωσαν το ανάστημα τους έναντι ενός μεγαλύτερου και ισχυρότερου αντιπάλου καταστρέφοντας τις μηχανές των εργοστασίων υφαντουργίας και βρήκαν υποστηρικτές μεταξύ άλλων και στον Λόρδο Μπάιρον. (38)
Το έργο αυτό της Σέλλεϋ που ως πηγή έμπνευσης είχε την καλοκαιρινή σύναξη με τον Μπάιρον στην Ελβετία και τον αυτοσχέδιο διαγωνισμό τους, προσομοιάζει σε μια λογοτεχνική απόπειρα να ασκηθεί κριτική στην απόλυτη εκμηχάνιση της κοινωνίας, προειδοποιώντας για τους κινδύνους της αμετροεπούς τεχνολογίας. Η περιγραφή της κατασκευής του τέρατος με τη χρήση χειρουργικής, χημείας, αλχημείας και ηλεκτρισμού, ενώ φαινομενικά γίνονται για να επικαιροποιηθεί το έργο με τις εξελίξεις της εποχής, στο βάθος ασκεί κριτική στην ανθρώπινη παράβλεψη της έννοιας της ψυχής. Το τέρας σε όλη του την πορεία δεν δρα ούτε μια στιγμή μηχανικά αλλά πάντα υποκινούμενο από υπερανεπτυγμένα ανθρώπινα συναισθήματα. Η αδιαφορία του συνόλου έναντι αυτών των συναισθημάτων είναι που μετατρέπουν την αποξενωμένη προσωπικότητα του τέρατος σε μια κοινωνικά παθογενή μονάδα. Κατ επέκταση δεν μπορεί να επιδιώκεται η κατάκτηση της γνώσης και η επίτευξη της επιστημοσύνης χωρίς προγενέστερη ενασχόληση με τις πιθανές επιπτώσεις στην ανθρώπινη ψυχή.
Την εποχή που γράφεται το έργο η θρησκεία αποκτά πιο εγκόσμιο χαρακτήρα και ο άνθρωπος έχει μπει σε μια αναζήτηση του Θεού, της μετά θάνατον ζωής και της σωτηρίας. Σε συνδυασμό με τις διακηρύξεις του Διαφωτισμού και την νεοεμφανιζόμενη τάξη πραγμάτων που βασίζεται στην τεχνολογία και την ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής, το θαυμαστό και μυστηριακό στοιχείο που πρέσβευε ο Μεσαίωνας κινδύνευε με απομυθοποίηση. Η επιμονή των ρομαντικών συγγραφέων στο ‘θαυμαστό’, κατ’ επέκταση ισοδυναμεί με απόρριψη των δικαιωμάτων της μηχανής πάνω στον άνθρωπο.
Αν το έργο Φρανκεστάιν αποτελεί εισαγωγή στην επιστημονική φαντασία, τότε οι εικόνες θανάτου, η αναβίωση τεράτων και η νοσηρότητα δεν αποτελούν φτηνά εφέ εντυπωσιασμού και διασκέδασης αλλά την αναπαραγωγή ενός κόσμου που υπερβαίνει τα όρια της φυσικής νομοτέλειας. Αυτός ο κόσμος που επίμονα αντιτίθεται στην πραγματικότητα είναι τελικά εκτός από μέσο απόδρασης και μια φωνή διαμαρτυρίας.
Σήμερα στην εποχή των Η/Υ που οι ‘μηχανές’ είναι πλέον φιλικές προς τον χρήστη και ο πειρασμός χρήσης τους είναι για όλους μας ισχυρός, υπάρχει πλέον ισχυρή η συναίνεση ότι η γνώση και η πληροφορία είναι δύναμη. Οι σύγχρονοι Λουδίτες δρουν περισσότερο παράλληλα προς τους σημερινούς τεχνοκράτες παρά καταστροφικά έναντι τους. Ίσως το ‘θαυμαστό’ της σημερινής εποχής να είναι ότι οι Η/Υ, οι σύγχρονες ‘μηχανές’ μπορούν να μεταδώσουν τα απαραίτητα δεδομένα σε εκείνους που τα έχουν πραγματικά ανάγκη, δηλαδή οι μηχανές μπορούν να δουλέψουν πραγματικά ωφέλιμα στην υπηρεσία του ανθρώπου. (39)
Όμως σε κάθε περίπτωση η συνεχής επέκταση της ανθρώπινης νόησης με τη βοήθεια των μηχανών σε όρια που μέχρι πρόσφατα αφορούσαν την ίδια τη σύσταση και δημιουργία του ανθρώπου, χαράζει διόδους για την δημιουργία νέων φρανκεσταϊνικών πλασμάτων. Η τεχνητή νοημοσύνη, η ρομποτική, η μοριακή βιολογία συνεχώς επεκτείνονται συγχέοντας και επικαλύπτοντας τα όριά τους σε ρυθμούς γρηγορότερους από εκείνους της διατύπωσης και θέσπισης πλέγματος νόμων και κανόνων, είτε ηθικών είτε δικαιοπρακτικών. Εάν οι ρυθμοί και οι σχέσεις ακολουθούν μια μαθηματική ορθολογιστική κλίμακα τότε δεν απέχει πολύ η στιγμή που θα δούμε την αναζήτηση των νέων Λουδιτών τεχνο-τρομοκρατών όχι ως μια γραφική περιπαικτική ενασχόληση αλλά ως μια επιτακτική αναχωματική διαδικασία εξισορρόπησης της στρεβλής επιστημονικότητας.

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
1 Βάρσος, Ιστορία της Ευρωπαϊκής Λογοτεχνίας, Πάτρα, Εκδόσεις ΕΑΠ, 2000, Τόμος Β, σελ. 28-31
2 Ο.π., σελ 31 & 49-50
3 Furst, Ρομαντισμός, Αθήνα, Εκδόσεις Ερμής, 1974, απόσπασμα σελ. 1-3
4 Benoit-Dusausoy & Fontaine, Ευρωπαϊκά Γράμματα, Αθήνα, Εκδόσεις ΣΟΚΟΛΗ, 1999, τόμος Β, σελ. 339-340
5 Ο.π., σελ. 345-346
6 Πανώριος, Γοτθικό Μυθιστόρημα: Horace Walpole ο εισηγητής του, Αθήνα, Εκδόσεις Αίολος, 1985, απόσπασμα σελ. 1-2
7 Μόσχου, Η λογοτεχνία του φανταστικού ή η πραγματικότητα μέσα σε σπασμένο καθρέφτη, Αθήνα, Ριζοσπάστης, 2008
8 Πανώριος, Γοτθικό Μυθιστόρημα: Horace Walpole ο εισηγητής του, Αθήνα, Εκδόσεις Αίολος, 1985, απόσπασμα σελ. 1-2
9 Benoit-Dusausoy & Fontaine, Ευρωπαϊκά Γράμματα, Αθήνα, Εκδόσεις ΣΟΚΟΛΗ, 1999, τόμος Β, σελ. 347-348
10 Bloom, «Επίμετρον», στο Μαίρη Σέλλεϋ, Φρανκενστάιν, Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ, Αθήνα 2007, σελ. 264-265
11 Ο.π., σελ 265
12 Ο.π., σελ 266
13 Ο.π., σελ 273
14 Μόσχου, Η λογοτεχνία του φανταστικού ή η πραγματικότητα μέσα σε σπασμένο καθρέφτη, Αθήνα, Ριζοσπάστης, 2008
15 Βρετός, «Ο έρωτας του ‘άλλου’ στην λογοτεχνία του φανταστικού», Αθήνα, 14/2/1999
16 Σελλευ, Φρανκενσταιν ή ο Σύγχρονος Προμηθέας, Αθήνα, ΕΣΤΙΑ, 2007, κεφ. 13, σελ. 135
17 Ο.π., κεφ. 16, σελ. 159
18 Ο.π., σελ. 163
19 Ο.π., σελ. 158
20 Ο.π., σελ. 161
21 Ο.π., σελ. 164
22 Ο.π., κεφ. 13, σελ. 139
23 Ο.π. , κεφ. 15, σελ. 149
24 Ο.π., σελ. 149
25 Ο.π., σελ. 150
26 Ο.π., κεφ. 12, σελ. 132
27 Ο.π., κεφ. 15, σελ. 151
28 Ο.π., σελ. 153
29 Ο.π., κεφ. 16, σελ. 158
30 Ο.π., σελ. 162
31 Ο.π., κεφ. 17, σελ. 168
32 Ο.π., σελ. 169
33 Ο.π., κεφ. 5, σελ. 66
34 Ο.π., σελ. 67
35 Ο.π., κεφ. 9, σελ. 114
36 Ο.π., κεφ. 24, σελ. 255
37 Bloom, «Επίμετρον», στο Μαίρη Σέλλεϋ, Φρανκενστάιν, Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ, Αθήνα 2007, σελ. 267
38 Pynchon, «Τι εστί Λουδίτης», στο φανζίν Τυφλόμυγα τεύχος Ιουλίου '02, σελ. από το New York Times Book Review της 28/10/1984
39 Ο.π.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Benoit-Dusausoy A. & Fontaine G., Ευρωπαϊκά Γράμματα, τόμος Β’, Αθήνα, Εκδόσεις ΣΟΚΟΛΗ, 1999.
2. Bloom H., «Επίμετρον», μετάφραση Γ. Σκαρπέλος στο Μαίρη Σέλλεϋ, Φρανκενστάιν, μτφρ. Ερρίκος Μπελιές, Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ, Αθήνα 2007, σελ. 263-275
3. Furst L., Ρομαντισμός, μετάφραση Ι. Ράλλη & Κ. Χατζηδήμου, Αθήνα, Εκδόσεις ΕΡΜΗΣ, 1974, σελ. 9, 21-24, 54-82
4. Pynchon T., «Τι εστί Λουδίτης», στο φανζίν Τυφλόμυγα τεύχος Ιουλίου '02, από το New York Times Book Review της 28/10/1984, http://www.geocities.com/xpresswaytoyr_skull/atxts/a501.htm
5. Βάρσος Γ., Ιστορία της Ευρωπαϊκής Λογοτεχνίας, τόμος Β’, Πάτρα, Εκδόσεις ΕΑΠ, 2000.
6. Βρετός Σ., «Ο έρωτας του ‘άλλου’ στην λογοτεχνία του φανταστικού», στο http://www.alef.gr/greek/works/w000004.htm , Αθήνα, 14/2/1999
7. Μόσχου Δ., «Η λογοτεχνία του φανταστικού ή η πραγματικότητα μέσα σε σπασμένο καθρέφτη», Αθήνα, Ριζοσπάστης, 27/1/2008, http://www1.rizospastis.gr/story.do?id=4381790&publDate=27/1/2008
8. Πανώριος Μ., «Γοτθικό Μυθιστόρημα: Horace Walpole, ο εισηγητής του», στον τόμο Οράτιος Ουόλπολ, Το κάστρο του Οτράντο, μετάφραση Μ. Πανώριος, Αθήνα, Εκδόσεις ΑΙΟΛΟΣ, 1985, σελ. 10, 12-14, 16-21
9. Σέλλεϋ Μ., Φρανκενστάιν ή ο Σύγχρονος Προμηθέας, μτφρ. Ερρίκος Μπελιές, Αθήνα, Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ, 2007

© ΙΖ 2008